Newsletter

Συμπληρώστε το e-mail σας και διαβάστε το καθημερινό newsletter από το dictyo.gr
  
  
  
Προβολή άρθρων κατά ημερομηνία: Φεβρουάριος 2020 - ΔΙΚΤΥΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ dictyo.gr

 

Αρμοί και «αρμίδια» της εξουσίας.
Το να μιλάει ο Παπανδρέου για πορεία προς ολοκληρωτικό κράτος είναι φυσικά γελοίο. Και αυτός ο άνθρωπος είναι γελοίος, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία για αυτό. Διότι, αν υπήρχε μία οιονεί ολοκληρωτική κατάσταση στην Ελλάδα, ήταν αυτή που δημιούργησε το ΠΑΣΟΚ επί 8 χρόνια, όπου για να πάρει ένας ένα δάνειο από μια τράπεζα έπρεπε η κλαδική να δώσει το πράσινο φως.(Κορνήλιος Καστοριάδης, 1990, eagainst.com).
Ακούγοντας τα Νέα φανταστήκαμε τις ερπύστριες των τανκς της «Αριστεράς» να οργώνουν τους δρόμους της Αθήνας. Αφορμή η αναφορά του Τσίπρα για τους «αρμούς» της εξουσίας που θα πρέπει να ελέγξει η «Αριστερά» του όταν έρθει για δεύτερη φορά στην εξουσία. Βέβαια κανένας δεν αμφιβάλλει –ούτε η ίδια το κρύβει άλλωστε- για την πίστη της Αριστεράς στον ολοκληρωτισμό ή για να μιλήσουμε με τα δικά της λόγια για την «Δικτατορία του Προλεταριάτου». Το γεγονός ότι, στην πράξη, αυτή εξελίχθηκε σε εφιάλτη του προλεταριάτου είναι λεπτομέρεια οφειλόμενη στις «παρεκκλίσεις» από τα «επαναστατικά ευαγγέλια». Όμως αφήνοντας στην άκρη το ερώτημα αν είναι όντως Αριστερά –και αν ναι τι είδους «Αριστερά»- ο ΣΥΡΙΖΑ και πως αυτό εκδηλώθηκε στην διάρκεια της διακυβέρνησής του, ας επικεντρωθούμε στους «αρμούς» της εξουσίας που δεν «αλώθηκαν» κατά την διακυβέρνηση από την «Πρώτη φορά Αριστερά».

 

Τον περασμένο αιώνα και μέχρι την Μεταπολίτευση στους αρμούς της εξουσίας έπαιζαν καθοριστικό ρόλο τα Ανάκτορα και ο στρατός. Με τα πραξικοπήματα και τα κινήματα(;) ο στρατός επέβαλε δικτατορίες και πολιτεύματα, επίσης «εγκατέστησε» πολιτικούς(Βενιζέλος, 1910). Τα Ανάκτορα με την σειρά τους επηρέασαν αρνητικά, σε κρίσιμες στιγμές(1915, 1963-1967) για την χώρα, τις εξελίξεις. Όμως μετά το 1974 τα μεν Ανάκτορα έγιναν Προεδρία της Δημοκρατίας, ο δε στρατός περιορίστηκε στα καθήκοντά του. Απομένει επομένως να δούμε τους «μοντέρνους αρμούς» οι οποίοι έμειναν αλώβητοι από την διακυβέρνηση της Ν.Δ. αλλά ιδιαίτερα εκείνης του ΠΑΣΟΚ το οποίο από το 1981 και μετά κυβέρνησε την Ελλάδα, σχεδόν αδιάλειπτα, περιορίζοντας την «Δεξιά» στα «χρονοντούλαπα της ιστορίας» όπως το ίδιο διατεινόταν χαρακτηρίζοντας της τριετία ‘90-‘93 «Δεξιά παρένθεση»(έτσι θα χαρακτήριζε και την πενταετία ‘04-‘09 αν ο ΓΑΠ δεν αποδεικνυόταν «ελάχιστος»).
Φυσικά στο μυαλό μας έρχονται αμέσως οι τρείς εξουσίες(Νομοθετική, Εκτελεστική, Δικαστική) που οφείλουν να είναι ανεξάρτητες και η τέταρτη(Τύπος) που οφείλει να τις ελέγχει. Πόσο ανεξάρτητες ήταν οι τρεις εξουσίες; Πόσο ανεπηρέαστες έμεναν από τα εκάστοτε εκλογικά αποτελέσματα και την κυβέρνηση που προέκυπτε από αυτά; Η ηγεσία της Δικαιοσύνης που είχε επιλέξει η προηγούμενη Βουλή θα ήταν «εξαρτημένη» ενώ αυτή που επέλεξε η παρούσα είναι «ανεξάρτητη»; Και με την ευκαιρία, ποια άποψη είχε η μέλλουσα Π.τ.Δ. επί του θέματος; Όφειλε εκ του Συντάγματος ο νυν Π.τ.Δ. να υπογράψει το διάταγμα ορισμού ή όχι; Είχε εκφράσει τότε δημόσια την άποψή της ως Πρόεδρος του Σ.τ.Ε.; Αν όχι γιατί δεν το έκανε σε ένα τόσο κομβικό, απτόμενο του Συντάγματος ζήτημα, και σε κάθε περίπτωση ποια ήταν η άποψη -που όφειλε, ηθικά τουλάχιστον, δεδομένου του θεσμικού της ρόλου- να έχει μεταφέρει στον κύριο Παυλόπουλο; Αλλά ας επανέλθουμε στο θέμα. Ποίος αλήθεια πιστεύει σήμερα στην ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης; Μήπως ακόμα από την εποχή της εκδίκασης της υπόθεσης Κοσκωτά δεν είχαν εγερθεί πολλά ερωτηματικά; Γιατί στα 46 χρόνια της αντιπολίτευσης δεν θωρακίστηκε ο θεσμός με διαδικασίες που θα διασφάλιζαν σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό την ανεξαρτησία της και θα κατοχύρωναν το κύρος της; Γιατί ο ορισμός της ηγεσίας –και επαγωγικά και η εξέλιξη των δικαστών- να εξαρτάται από την εκάστοτε απλή κοινοβουλευτική πλειοψηφία; Γιατί με άλλα λόγια να ορίζουν οι κυβερνήσεις τις ηγεσίες των ανώτατων Δικαστικών αρχών όπως έκανε την προηγούμενη τετραετία ο ΣΥΡΙΖΑ με την κυρία Θάνου και την κυρία Σακελλαροπούλου;
Ας έρθουμε τώρα σε έναν άλλο «αρμό». Στις ώριμες Δημοκρατίες της Ευρώπης ο κορμός της Εκτελεστικής Εξουσίας παραμένει ανεπηρέαστος από τις κυβερνητικές αλλαγές. Ο κρατικός μηχανισμός δεν αντιμετωπίζεται ως κομματικό λάφυρο και δεν χρησιμοποιείται για την νομή της εξουσίας. Δεν γίνεται δηλαδή αυτό που έγινε την τετραετία του ΣΥΡΙΖΑ. Αλλά για να είμαστε δίκαιοι έγινε πρώτη φορά επί ΣΥΡΙΖΑ ή αποτελεί πάγια πρακτική των τελευταίων δεκαετιών; Φυσικά η πολιτική ζωή στην Ελλάδα δεν ήταν ποτέ απαλλαγμένη από τον πειρασμό της νομής της εξουσίας και των παρεμβάσεων υπέρ των ημετέρων. Όμως κάποτε η ιεραρχία ήταν μόνιμη και δεν αποτελούσε κομματική λεία. Οι Υπουργοί και οι βουλευτές έβαζαν όπου μπορούσαν το χέρι τους αλλά δεν καθόριζαν οι κομματικές οργανώσεις ούτε τις τοποθετήσεις ούτε τις προαγωγές. Όλα άλλαξαν μετά το 1981 με την κατάργηση της μόνιμης ιεραρχίας και την καθιέρωση της «θητείας» με ρευστά κριτήρια που επέτρεψαν στην ΠΑΣΚΕ τότε να επιδίδει στους Υπουργούς τις λίστες προαγωγών και τοποθετήσεων. Φυσικά ήταν «το ΠΑΣΟΚ στην κυβέρνηση» αλλά δεν ήταν «ο λαός στην εξουσία» αλλά οι κλαδικές του «Κινήματος». Οι «αρμοί» της Δημόσιας Διοίκησης καταλήφθηκαν από τον κομματικό στρατό. Έγινε αυτό που, με ακραίο είναι αλήθεια ύφος, δήλωνε ο Κ. Καστοριάδης στην προαναφερθείσα συνέντευξη: «επωφελείται απ’ αυτή την κατάσταση και προσεταιρίζεται ένα μεγάλο μέρος των απογοητευμένων αριστερών, δημιουργεί το ΠΑΣΟΚ και έρχεται και δημιουργεί αυτό το φαυλοκρατικό ημιολοκληρωτικό καθεστώς επί 8 χρόνια».
Καμία συζήτηση βέβαια για την ουσιαστική ανεξαρτησία της νομοθετικής εξουσίας. Έχει γίνει κοινή συνείδηση ότι οι βουλευτές είναι υποχρεωμένοι να προσυπογράφουν με την ψήφο τους ό,τι φέρνουν οι Υπουργοί για ψήφιση στην Βουλή. Οι διαφωνούντες αποδοκιμάζονται άκριτα ακόμα και από τους ψηφοφόρους-οπαδούς(φυσικά όχι Πολίτες). Είναι χαρακτηριστική η δήλωση Υπουργού της κυβέρνησης Παπανδρέου ότι ψήφισε το πρώτο μνημόνιο χωρίς να το διαβάσει. Είναι βέβαιο ότι αν διέθεταν την παρρησία το ίδιο θα δήλωναν σχεδόν όλοι οι παρόντες σε εκείνη τη Βουλή ανεξαρτήτως του τι ψήφισαν τελικά. Το ίδιο προφανώς έγινε και στα επόμενα μνημόνια των κυβερνήσεων Σαμαρά/Βενιζέλου και Τσίπρα. Επομένως ο βασικότερος «αρμός» της εξουσίας –αυτός που είναι ο μόνος που νομιμοποιείται από την λαϊκή εντολή- είναι απόλυτα ελεγχόμενος και υποταγμένος στις αποφάσεις του Πρωθυπουργού. Συναφής μπορεί να θεωρηθεί η απαξίωση του θεσμού της Π.τ.Δ. τόσο με την απογύμνωσή του από εξουσίες όσο και με την διαδικασία εκλογής. Απομένει επομένως μια και μόνη εξουσία, ο Πρωθυπουργός με ό,τι αυτό σημαίνει.
Τέλος η «Τέταρτη Εξουσία» της οποίας ο ρόλος είναι ο έλεγχος και η κριτική έχει αλλοτριωθεί υποκύπτοντας στην ισχύ των οικονομικών συμφερόντων. Το τέλος των παραδοσιακών εκδοτών ξεκίνησε την δεκαετία του ’80 με την αποχώρηση της Ελένης Βλάχου και τις δολοφονίες Αθανασιάδη/Μομφεράτου. Οι προσπάθειες του ΠΑΣΟΚ να αλώσει αυτόν τον «αρμό» άρχισαν με τον Πόπωτα και κορυφώθηκαν με τον Κοσκωτά. Ότι δεν κατάφεραν όμως την δεκαετία του ’80 έγινε πράξη την επόμενη δεκαετία με την περιβόητη «διαπλοκή» οικονομικών/εκδοτικών συμφερόντων και πολιτικής. Επομένως, έστω και αν το «σύστημα» καλλιεργεί μεθοδικά την λήθη, το φαινόμενο Καλογρίτσα δεν προήλθε από παρθενογένεση. Ήταν, σαφώς, προσπάθεια αλλοίωσης συσχετισμών -και όχι κάθαρσης όπως είχε επιχειρηθεί το ‘05 με τον νόμο για τον «Βασικό Μέτοχο»-. Επομένως, μάλλον δεν απομένουν σημαντικοί «αρμοί» για να αλώσει ο κύριος Τσίπρας αν ξαναγίνει πρωθυπουργός. Απομένουν κάποια, ασήμαντα, «αρμίδια» τα οποία προσαρμοζόμενα, σαν παράσιτα στις καταστάσεις, δεν συνιστούν εμπόδια για την εκάστοτε εξουσία.
Αντωνάκος Αντώνης
25-02-2020

Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.                http://www.antonakos.edu.gr

Κατηγορία Άρθρα & Απόψεις
 
 
Ο Χαρίλαος Τρικούπης υπήρξε εκ των κορυφαίων πολιτικών της σύγχρονης Ελλάδας. Με τον Καποδίστρια ήταν οι δύο πολιτικοί του 19ου αιώνα που ξεχώρισαν. Αν η προσπάθεια του δεύτερου να δημιουργήσει ένα σύγχρονο και προοδευτικό πολίτευμα –για τα δεδομένα εκείνης της εποχής- τερματίστηκε με την δολοφονία του, ο πρώτος έβαλε την σφραγίδα του στον εκδημοκρατισμό της λειτουργίας του όσο και στον εκσυγχρονισμό και την δημιουργία βασικών κρατικών υποδομών. Ωστόσο και η παρουσία του Τρικούπη τερματίστηκε άδοξα όταν στις εκλογές του 1895 ηττήθηκε από τον Μιλτιάδη Γουλιμή μένοντας εκτός Κοινοβουλίου. Απόρροια της ήττας ήταν η πασίγνωστη δήλωσή του: «Ανθ’ ημών Γουλιμής… Καληνύχτα σας».

Αν και –σύμφωνα με ορισμένες πηγές- στην φράση «δεν περιέχεται υπεροπτική κρίση» έναντι του Γουλιμή,  εξ αντικειμένου δεν υφίσταται σύγκριση μεταξύ των δύο. Ο Γουλιμής παρέμεινε –όσο παρέμεινε- στην ιστορία κυρίως λόγω της φράσης του Τρικούπη. Δεν θα ήταν μάλιστα υπερβολή αν κάποιος ισχυριζόταν ότι όλη η ουσία της φράσης ήταν στον χαιρετισμό, «καληνύχτα σας»! Σε ποιους απευθυνόταν; Στους ψηφοφόρους –δεν είναι τυχαία η μη χρήση της λέξης πολίτες- της εκλογικής του περιφέρειας ή γενικά στους ψηφοφόρους όλης της χώρας; Βεβαίως κάθε λαός στην Δημοκρατία δικαιούται να έχει, και κατά κανόνα έχει –φυσικά όπως σε όλους τους κανόνες υπάρχουν και οι εξαιρέσεις- την ηγεσία που του αξίζει. Έτσι ο Τραμπ, ή ο Τζόνσον δεν είναι τίποτε άλλο από αυτό. Οι ηγεσίες που αξίζουν στις συγκεκριμένες κοινωνίες την συγκεκριμένη στιγμή.
Έτσι το κρίσιμο ερώτημα δεν είναι αν οι συγκεκριμένες ηγεσίες θα μπορούσαν να είναι ουσιωδώς διαφορετικές, αλλά αν οι συγκεκριμένες κοινωνίες θα μπορούσαν να έχουν εξελιχθεί διαφορετικά. Αν η πολιτική και ηθική διαπαιδαγώγηση των πολιτών θα μπορούσε να εξασφαλίσει ουσιωδώς καλύτερα αποτελέσματα. Σε ποιο βαθμό τελικά ισχύει ο συλλογισμός του Ι. Καντ ότι: «Οι πολιτικοί μας διαβεβαιώνουν πως πρέπει να εκλαμβάνουμε τους ανθρώπους ακριβώς όπως είναι και όχι όπως οι καλοπροαίρετοι ονειροπόλοι φαντάζονται πως πρέπει να είναι, αλλά αυτό το “ακριβώς όπως είναι” σημαίνει στην πραγματικότητα  αυτό που ένα συγκεκριμένο είδος πολιτικής τους έχει κάνει να είναι» (Ι. Καντ, «Η διένεξη των Σχολών»); Φταίνε οι πολίτες ή όλη η ευθύνη βαρύνει τους πολιτικούς;
Εξετάζοντας την Ελληνική πραγματικότητα διαπιστώνουμε ότι αυτό ακριβώς συμβαίνει. Οι επιλογές του λαού καθορίστηκαν από την πολιτική διαπαιδαγώγησή του. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ δεν ήταν «κεραυνός εν αιθρία». Ούτε «ώριμο τέκνο της ανάγκης». Ο λαϊκισμός, η ιδιοτέλεια, η αυθαιρεσία, η ασυδοσία και η διαφθορά αποτέλεσαν διαχρονικά «εργαλεία» της εξουσίας. Οι ψηφοφόροι έχουν διαμορφωθεί όπως το αναχρονιστικό πελατειακό σύστημα εξυπηρετείται να είναι. Η δε πελατειακή σχέση δεν υφίσταται μόνο σε προσωπικό αλλά και σε συλλογικό επίπεδο. Άλλοτε είναι διαρκής και άλλοτε συγκυριακή εξυπηρετώντας πάντα ιδιοτελείς πολιτικές σκοπιμότητες.
Αυτοπαγιδευόμενοι σε αυτό το σύστημα της αρχομανίας, της ματαιοδοξίας, των ψευδαισθήσεων και του «κούφιου» ευδαιμονισμού οδηγηθήκαμε «χωρίς περίσκεψη χωρίς αιδώ» στην σημερινή κατάσταση. Ο Ερντογάν να ανεμίζει το χατζάρι και εμείς «μοιραίοι και άβουλοι» να κυνηγάμε μάρτυρες «φαντάσματα» σε ένα σκάνδαλο που  ούτως ή άλλως θα έχει την κατάληξη των προηγουμένων. Τις καλένδες της λήθης και της παραγραφής. Την ίδια ώρα, είναι βέβαιο ότι στην «Βουλή», των απόδημων από τα εγκόσμια πολιτικών, οι «γέροντες» θα δηλώνουν αναστενάζοντας: «Ανθ’ όλων ημών Γουλιμείς». Καληνύχτα μας.
Αντωνάκος Αντώνης
20-02-2020
Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.                http://www.antonakos.edu.gr
Κατηγορία Άρθρα & Απόψεις
 

Το «νέο ειδύλλιο» της Κεντροαριστεράς.
Πέρασε στα «ψιλά» της ειδησεογραφίας. Ήταν μια φυσιολογική και αναμενόμενη εξέλιξη για όσους έχουν την δυνατότητα στοιχειώδους «ανάγνωσης» της πολιτικής πραγματικότητας. Το ραντεβού Γείτονα – Φλαμπουράρη είχε, σύμφωνα με το ΒΗΜΑ, στόχο την δημιουργία «γέφυρας» και την κήρυξη εκεχειρίας μεταξύ των δύο κομμάτων. Ο στόχος -σύμφωνα με το καλά πληροφορημένο όσον αφορά τις θέσεις του ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ Thecaller- φαίνεται ότι ευοδώθηκε οδηγώντας τα δύο κόμματα σε ένα πολιτικό μορατόριουμ. Είναι το πρώτο βήμα της αναβίωσης μιας σχέσης μεταξύ δύο κομμάτων, που μπορεί να διακόπηκε από την χρεωκοπία και τα μνημόνια, αλλά έχουν παρελθόν δεκαετιών αγαστής «συμπόρευσης».

Πριν από λίγους μήνες, συζητώντας με κορυφαίο στέλεχος του ΠΑΣΟΚ του ανέλυα γιατί, κατά την άποψή μου, το κόμμα του δεν είχε πλέον λόγο ύπαρξης στο πολιτικό στερέωμα της χώρας. Το κύριο επιχείρημα ήταν η σταθερή πίστη μου στο καθαρό διπολικό δικομματικό σύστημα εξουσίας ανάμεσα στο οποίο «τρίτος δεν χωρεί». Το εκλογικό αποτέλεσμα του Ιουλίου ξεκαθάρισε το τοπίο. Εκείνοι που πίστευαν ότι το ΠΑΣΟΚ μπορεί να ξανακερδίσει την χαμένη κυριαρχία στον χώρο της Κεντροαριστεράς διαψεύστηκαν. Η άποψη του στελέχους του ΚΙΝΑΛ ήταν ότι αν την δεδομένη στιγμή διαλυόταν το κόμμα ένας μικρός αριθμός στελεχών θα προσχωρούσε στην Ν.Δ., το σύνολο σχεδόν του μικρομεσαίου στελεχιακού δυναμικού θα προσχωρούσε στον ΣΥΡΙΖΑ, ενώ οι ψηφοφόροι θα κατανέμονταν σε ποσοστά 60% και 40% αντίστοιχα μεταξύ ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ.
Ανεξάρτητα, από τις εκτιμήσεις του, δύο πράγματα είναι αναμφισβήτητα. Ότι ο ΣΥΡΙΖΑ –ανεξάρτητα από τις αψιμαχίες που προκαλεί στο εσωτερικό του μια μειοψηφία που πάσχει από «Αριστερό ιδεασμό»- είναι πλέον η κυρίαρχη δύναμη στον χώρο της Κεντροαριστεράς και ότι η πορεία του ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ προς την πολιτική εξαΰλωση είναι προδιαγεγραμμένη. Είτε ευδοκιμήσει η προσδοκία του να αποτελέσει τους ΑΝΕΛ μιας νέας διακυβέρνησης είτε όχι η απορρόφηση τόσο του στελεχιακού δυναμικού όσο και των ψηφοφόρων από τα δύο κόμματα εξουσίας είναι θέμα χρόνου. Όσο η «εκκρεμότητα» παραμένει και το πολιτικό τοπίο δεν αποσαφηνίζεται το ΚΙΝΑΛ αποτελεί παράγοντα μελλοντικής πολιτικής αστάθειας και αβεβαιότητας γεγονός που δεν ωφελεί την χώρα. Επιπλέον αποτελεί και «επιταχυντή» της πολιτικής φθοράς της κυβέρνησης, όχι τόσο γιατί είναι μια επιπλέον αντιπολιτευτική φωνή, αλλά γιατί θα αποτελέσει, με προϊούσα μάλιστα δυναμική, ένα καθοριστικό «σταθμό μετεπιβίβασης» ψηφοφόρων από την ΝΔ στον ΣΥΡΙΖΑ.
Τις εξελίξεις θα διαμορφώσουν και τα οικονομικά συμφέροντα τα οποία προς το παρόν στηρίζουν την κυβέρνηση -παρέχοντας και στο ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ την «στήριξη του ελέους» στο όνομα και της belleepoque του «εκσυγχρονισμού»- όμως, όπως έδειξε και το πρόσφατο match ο «άνεμος» των οικονομικών συμφερόντων δεν είναι πάντα ούριος. Αν αναλογιστούμε μάλιστα ότι έπονται διαγωνισμοί μεγάλου ενδιαφέροντος (ΟΠΑΠ, καζίνο, κ.λπ.) τότε είναι φανερό ότι η ΝΔ πρέπει να κάνει ό,τι όφειλε εδώ και μια δεκαετία. Σταματώντας άμεσα τα «χαϊδολογήματα» και την «αιδήμονα σιωπή» απέναντι στις ανιστόρητες κατηγορίες και στα αναίσχυντα ψεύδη να «στείλει τον λογαριασμό» της κρίσης στους υπαίτιους, αποκαθιστώντας την αλήθεια και στηρίζοντας την ιστορία της με παρρησία και αυτοπεποίθηση.
Αντωνάκος Αντώνης
04-02-2020
Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.                http://www.antonakos.edu.gr
Κατηγορία Άρθρα & Απόψεις

Εκπαιδευτικά Νέα