Εκπαιδευτικό Υλικό (120)
Πολυμέσα (Multimedia), Κείμενα για την Ελληνική Επανάσταση του 1821
Τό τάγμα τῶν ἐκλεκτῶν ἡρώων τοῦ 1821, αὐτό τό λαμπρό καύχημα, τιμοῦμε, καί τούς ἀποδίδουμε τόν δίκαιο καί πηγαῖο ἔπαινο καί τήν ἄπειρη εὐγνωμοσύνη μας. Ἀποδίδουμε τόν δίκαιο ἔπαινο σ’ αὐτούς πού γέννησαν μέ τό αἷμα τους καί μέ τό δάκρυ τῆς ψυχῆς τους τήν λευτεριά τῆς ἱερῆς μας γῆς, τῆς εὐλογημένης μας πατρίδος. Σ’ αὐτούς πού πῆραν τά ὅπλα καί ἐπαναστάτησαν ἐνάντια στόν ζυγό τοῦ ὀθωμανοῦ κατακτητῆ.
Δέν παύουμε νά τό βροντοφωνάζουμε καί νά τό διακηρύττουμε πρός πᾶσα κατεύθυνση ὅτι εἴμαστε ὑπερήφανοι καί δοξάζουμε τόν Πανάγαθο Τριαδικό Θεό μας, πού ἐν τῇ ἀπείρῳ εὐσπλαγχνίᾳ Του εὐδόκησε νά γεννηθοῦμε σ’ αὐτή τήν εὐλογημένη Πατρίδα, τήν Ἑλλάδα μας, τήν τόσο δοξασμένη μά καί τόσο πονεμένη.
Νά γεννηθοῦμε Ἕλληνες καί Ὀρθόδοξοι, Ρωμηοί, σέ μιά Πατρίδα, πού κάθε σπιθαμή τῆς γῆς της εἶναι ποτισμένη μέ τά ἱερά αἵματα πολυάριθμων μαρτύρων, ἱερομαρτύρων καί ἐθνομαρτύρων. Σέ μία ἁγιασμένη γῆ πού τήν προστατεύει ἡ Κυρία μας Θεοτόκος καί τήν περιφρουροῦν νέφη ἁγίων. Εἴμαστε εὐτυχισμένοι καί ὑπερήφανοι πού γεννηθήκαμε σέ μία χώρα ἡρώων καί ἁγίων καί φέρουμε στούς ὤμους μας τήν πολύτιμη, μά καί βαρειά κληρονομιά πού διέσωσαν καί μᾶς μετέφεραν μέ τό μαρτυρικό τους αἷμα..
ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΟ ΑΓΩΝΑ: Διαβάστε σε χρονολογική σειρά τα γεγονότα.
- Εθνικός Ύμνος (.mp3, 3.1mb)
- Αγία Σοφία (.mp3, 3.9mb)
- Αχ πατρίδα μου γλυκιά (.wma, 1.5mb)
- Για μας παιχνίδι ο πόλεμος (.mp4, 3.7mb)
- Είσαι το φλάμπουρο (.wma, 2mb)
- Η λεβεντιά (.wma, 2.4mb)
- Κλέφτικη ζωή (.wma, 1.8mb)
- Μεσολόγγι (.wma, 2mb)
- Ξύπνα Ραγιά (.wma, 2.1mb)
- Ο Θούριος του Ρήγα (.wma, 2.2mb)
- Οι κλέφτες (.wma, 1.9mb)
- Όπως το 21 (.wma, 2.2mb)
- Σαράντα παλικάρια (.wma, 3.2mb)
- Στα τρίκορφα (.wma, 3.3mb)
- Στο θάνατο του λόρδου Βύρωνα (.mp3, 2.1mb)
- Τα κλεφτόπουλα (.wma, 1.4mb)
- Το Σούλι (.wma, 1.6mb)
- Χορός του Ζαλόγγου (.wma, 3mb)
- Καλαματιανό- Μάνα μου τα κλεφτόπουλα (.mp3, 2.0mb)
- Καλαματιανό- Ρίζες (.mp3, 2.9mb)
- Κοφτός (.mp3, 2.5mb)
- Παλαμάκια (.mp3, 3.7mb)
- Πεντοζάλι (.mp3, 3.4mb)
- Ράικος (.mp3, 3.8mb)
- Ροδίτικος (.mp3, 3.0mb)
- Τσάμικος- Παιδιά της Σαμαρίνας (.mp3, 5.1mb)
- Τσάμικος- Που το έχουν τα βουνά (.mp3, 3.6mb)
- Χανιώτικος (.mp3, 8.0mb)
- Ἡ Ἐπανάσταση τοῦ 1821 [17:25] ( προβολή ) (λήψη .mp4, 50mb)
- Ο Ιερός Κλήρος στο 1821 [1:24] ( προβολή) ( λήψη .mp4, 5mb)
- Η δολοφονία του Ιωάννη Καποδίστρια [7:52] ( προβολή)(λήψη .mp4, 39mb)
- Ρήγας Φεραίος [22:24] ( προβολή) (λήψη .mpg, 139mb)
- Διονύσιος Σολωμός, ο εθνικός ποιητής της χώρας μας! [24:14] ( προβολή)(λήψη .mp4, 66mb)
- Στρατηγός Μακρυγιάννης [34:11] ( προβολή )(λήψη .mp4, 98mb)
- 25η Μαρτίου 1821 - Trailer [2:22] ( προβολή) (λήψη .mp4, 22mb)
- 25η Μαρτίου 1821 - Το χρονικό του Έθνους [31:57] ( προβολή ) ( λήψη .mp4, 307mb)
- Ιστορία Σουλίου- Ζάλογγο [3:38] ( προβολή) ( λήψη .mp4, 27mb)
- Η Φιλική Εταιρία [1:49] ( προβολή) ( λήψη .mp4, 27mb)
- Από την Άλωση [5:46] ( προβολή) ( λήψη .mp4, 48mb)
- Μεσολόγγι: Τό ἁλωνάκι τῆς θυσίας [1:46:36] ( προβολή) ( λήψη .mp4, 48mb)
- Σκηνές από τον αγώνα του 1821 [6:15] ( προβολή) ( λήψη .mp4, 50mb)
- Ακάθιστος Ύμνος- Αγία Σοφία [1:49] ( προβολή) ( λήψη .mp4, 11mb)
- Απολυτίκιον Ευαγγελισμού [0:59] ( προβολή) ( λήψη .mp4, 3mb)
- Οι Ελληνίδες γυναίκες [4:48] ( προβολή) ( λήψη .mp4, 3mb)
- Εάλω η Πόλις [3:38] ( προβολή) (λήψη .mp4, 56mb)
- Το δισκοπότηρο [3:21] ( προβολή) (λήψη .mp4, 9mb)
- Ελεύθεροι πολιορκημένοι [2:15] ( προβολή) (λήψη .mp4, 19mb)
- Ελεύθεροι Πολιορκημένοι - Άκρα του Τάφου [3:12] ( προβολή) (λήψη .mp4, 19mb)
- Ελεύθεροι Πολιορκημένοι - Δρόμο να σχίσουν τα σπαθιά [3:55] ( προβολή) (λήψη .mp4, 23mb)
- Ο Θούριος [2:46] ( προβολή) (λήψη .mp4, 16mb)
- Εθνεγερσία [3:21] ( προβολή) (λήψη .mp4, 109mb)
- Δεν χορταίνω να βλέπω, Ελλάδα [0:57] ( προβολή) (λήψη .mp4, 3mb)
- Σαράντα παλικάρια από τη Λιβαδειά [3:17] ( προβολή) (λήψη .mp4, 8mb)
- Κλεφτικη Ζωη [2:30] ( προβολή) (λήψη .mp4, 3mb)
- Κλεφτικη Ζωη [0:58] ( προβολή) (λήψη .mp4, 5mb)
- Ο χορός του Ζαλόγγου - Έχε γεια καημένε κόσμε [3:41] ( προβολή) (λήψη .mp4, 40mb)
- O Καραϊσκάκης [4:54] ( προβολή) (λήψη .mp4, 17mb)
- Παιδιά της Σαμαρίνας [3:03] ( προβολή) (λήψη .mp4, 9mb)
- Τσάμικος [2:43] ( προβολή) (λήψη .mp4, 14mb)
- Αρκάδι 1866- Άστραψε και σκοτείνιασε [4:00] ( προβολή) (λήψη .mp4, 10mb)
- Μάνα μου τα κλεφτόπουλα [3:32] ( προβολή) (λήψη .mp4, 17mb)
- Το φλάμπουρο [2:15] ( προβολή) (λήψη .mp4, 3mb)
- Περήφανοι όλοι [3:13] ( προβολή) (λήψη .mp4, 27mb)
- Δώδεκα ευζωνάκια [3:21] ( προβολή) (λήψη .mp4, 8mb)
- Μπουμπουλίνα- Μαντώ Μαυρογένους [3:44] ( προβολή) (λήψη .mp4, 5mb)
- Μεσολόγγι [4:09] ( προβολή) (λήψη .mp4, 10mb)
- Ξύπνα καημένε μου ραγιά [2:36] ( προβολή) (λήψη .mp4, 6mb)
- Ο γέρος του Μοριά [3:09] ( προβολή) (λήψη .mp4, 6mb)
- Για μας παιχνίδι ο πόλεμος (ορχηστρικό) [2:29] ( προβολή) (λήψη .mp4, 4mb)
- Εικόνες των ηρώων (λήψη .rar, 11.1mb)
- Ζωγραφιές (λήψη .zip, 1.6mb)
- Άλλες εικόνες (λήψη .zip, 1.4mb)
- Μάνα Ελλάδα (προβολή ) (λήψη .pdf, 16kb )
- Η Γενιά Του Εικοσιένα (προβολή) (λήψη .pdf, 16kb )
- Χαίρε, ω Χαίρε (προβολή ) (λήψη .pdf, 16kb )
- Στα Τρίκορφα (προβολή ) (λήψη .pdf, 16kb )
- Ο ήρωας (προβολή ) (λήψη .pdf, 16kb )
- Επέσανε τα Γιάννενα (προβολή ) (λήψη .pdf, 16kb )
- Του Δράμαλη (προβολή ) (λήψη .pdf, 16kb )
- Η 25η Μαρτίου (προβολή ) (λήψη .pdf, 16kb )
- Η Μικρή Ελληνοπούλα (προβολή ) (λήψη .pdf, 16kb )
- 25η Μαρτίου (προβολή ) (λήψη .pdf, 16kb )
- 25η Μαρτίου (προβολή ) (λήψη .pdf, 16kb )
- 25η του Μαρτίου (προβολή ) (λήψη .pdf, 16kb )
- 25η του Μαρτίου(προβολή ) (λήψη .pdf, 16kb )
- Αλαμάνες, Βαλτέτσια (προβολή ) (λήψη .pdf, 16kb )
- Αθανάσιος Διάκος (προβολή ) (λήψη .pdf, 16kb )
- Διπλή γιορτή (προβολή ) (λήψη .pdf, 16kb )
- Ελλάδα (προβολή ) (λήψη .pdf, 16kb )
- Ελλάδα μου (προβολή ) (λήψη .pdf, 16kb )
- Εθνική γιορτή (προβολή ) (λήψη .pdf, 16kb )
- Ευαγγελισμός (προβολή ) (λήψη .pdf, 16kb )
- Φεγγαράκι (προβολή ) (λήψη .pdf, 16kb )
- Για τη γλυκειά Ελλάδα (προβολή ) (λήψη .pdf, 16kb )
- Γιορτή (προβολή ) (λήψη .pdf, 16kb )
- Γλυκοχαράζει χαραυγή (προβολή ) (λήψη .pdf, 16kb )
- Κλέφτικη ζωή (προβολή ) (λήψη .pdf, 16kb )
- Ο δήμος και το καριοφίλι του (προβολή ) (λήψη .pdf, 16kb )
- Ο Γέρος του Μοριά (προβολή ) (λήψη .pdf, 16kb )
- Ο κλέφτης (προβολή ) (λήψη .pdf, 16kb )
- Ο λεβέντης (προβολή ) (λήψη .pdf, 16kb )
- Ο χορός μου (προβολή ) (λήψη .pdf, 16kb )
- Ο χορός του Ζαλόγγου (προβολή ) (λήψη .pdf, 16kb )
- Πατρίδα μου (προβολή) (λήψη .pdf, 16kb )
- Σήμερα έχω μια χαρά (προβολή ) (λήψη .pdf, 16kb )
- Στους νεκρούς (προβολή ) (λήψη .pdf, 16kb )
- Τα ευζωνάκια (προβολή ) (λήψη .pdf, 16kb )
- Της Λενώς Μπότσαρη (προβολή ) (λήψη .pdf, 16kb )
- Το ευζωνάκι (προβολή ) (λήψη .pdf, 16kb )
- Το κρυφό σχολειό (προβολή ) (λήψη .pdf, 16kb )
- Το Μεσολόγγι (προβολή ) (λήψη .pdf, 16kb )
- Του Μάρκου Μπότσαρη (προβολή ) (λήψη .pdf, 16kb )
- Χαίρε Ελλάδα δοξασμένη (προβολή ) (λήψη .pdf, 16kb )
- Άγια μέρα ξημερώνει (προβολή ) (λήψη .pdf, 16kb )
- Κρυφό Σχολειό (προβολή ) (λήψη .pdf, 16kb )
- Ύμνος για την 25η Μαρτίου (προβολή ) (λήψη .pdf, 16kb )
- Χολέβας - Άγιος Γρηγόριος ο Ε' ( προβολή ) (λήψη .doc, 0.3mb)
- Ο Αγ.Νικόδημος και η πνευματική προετοιμασία του 1821 ( προβολή ) (λήψη .doc, 0.5mb)
- Το Κρυφό Σχολειό και η Ιστορία ( προβολή ) (λήψη .doc, 1mb)
- Ιωάννης Μακρυγιάννης: Τα Απομνημονεύματα του στρατηγού Μακρυγιάννη ( προβολή ) (λήψη .pdf, 1.9mb)
- Θεόδωρος Κολοκοτρώνης: Διήγησις των συμβάντων της Ελληνικής Φυλής από τα 1770 έως τα 1836. Αθήνα 1846 ( προβολή ) (λήψη .pdf, 21.2mb)
- Σπυρίδων Τρικούπης: Λόγος ἐπικήδειος εἰς τὸν Καραϊσκάκην ( προβολή ) (λήψη .pdf, 0.25mb)
- Επίσκοπος Παλαιών Πατρών Γερμανός: Υπομνήματα Επαναστάσεως Ελλάδος ( προβολή ) (λήψη .pdf, 17.9mb)
- Διονύσιος Σολωμός: Άπαντα (έτος έκδ. 1901) ( προβολή ) (λήψη .pdf, 11.8mb)
- Λόρδος Βύρων: Ποιήματα Τόμος 1 ( προβολή ) (λήψη .pdf, 10.8mb) και Ποιήματα Τόμος 3 ( προβολή ) (λήψη .pdf, 13.3mb)
- Βιογραφικά στοιχεία όλων των αγωνιστών του 1821 (Ελλήνων και ξένων) ( προβολή ) (λήψη .pdf, 0.67mb)
- Ρήγας Φεραίος: Θούριος ( προβολή ) (λήψη .pdf, 0.79mb)
- Ρήγας Φεραίος: Τα Δίκαια του Ανθρώπου ( προβολή ) (λήψη .pdf, 0.1mb)
- Ανωνύμου του Έλληνος: Ελληνική Νομαρχία ήτοι Λόγος περί Ελευθερίας ( προβολή ) (λήψη .pdf, 1.4mb)
- Ο Θεμελιωτής της Επανάστασης [6 σκηνές, 30 πρόσωπα] (λήψη .pdf, 0.614mb)
- Παιδομάζωμα [4 σκηνές, 16 πρόσωπα] (λήψη .doc, 0.100mb)
- Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός [7 σκηνές, 14+1 πρόσωπα] (λήψη .doc, 0.154mb)
- Η Επανάσταση στην Μακεδονία [1 σκηνή, 8 πρόσωπα] (λήψη .doc, 0.037mb)
- Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Κυπριανός ο Γ΄ [5 σκηνές, 12 πρόσωπα] (λήψη .doc, 0.108mb)
- Η πρώτη αστραπή της λευτεριάς [6 σκηνές, 16 πρόσωπα] (λήψη .doc, 0.128mb)
- Ο στρατηγός της Ρούμελης [6 σκηνές, 27 πρόσωπα] (λήψη .zip, 2.4mb)
- Ιωάννης Καποδίστριας [6 σκηνές, 30 πρόσωπα] (λήψη .pdf, 0.304mb)
- Αλέξανδρος Υψηλάντης [6 σκηνές, 21 πρόσωπα] (λήψη .rar, 12.4mb)
- Όταν χυμήξαν οι αετοί… [9 σκηνές, 20 πρόσωπα] (λήψη .rar, 1.2mb)
- Κωνσταντίνος Κανάρης [6 σκηνές, 26 πρόσωπα] (λήψη .rar, 0.40mb)
Πόσα θα πληρώσετε για τέλη κυκλοφορίας το 2017 (πίνακες)
Γράφτηκε από Super UserΓια επιβατικά αυτοκίνητα, για δίκυκλες και τρίκυκλες μοτοσυκλέτες που έχουν ταξινομηθεί στην Ελλάδα έως στις 31/10/2010, ο υπολογισμός των τελών κυκλοφορίας πραγματοποιείται αποκλειστικά με βάση τον κυβισμό του κινητήρα τους:
Για τα επιβατικά οχήματα που ταξινομήθηκαν στην Ελλάδα από την 1/11/2010 και έπειτα, ο υπολογισμός των τελών κυκλοφορίας πραγματοποιείται με βάση τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα.
Εκπαιδευτικό υλικό για τη σχολική γιορτή της 25ης Μαρτίου
Γράφτηκε από Super UserΚαντάτα Ελευθερίας -Χρήστου Λεοντή
Προτάσεις για επεξεργασία της θεματικής ενότητας: 25η Μαρτίου1821
29 Μαϊου 1453 - 25 Μαρτίου 1821 - ΜΕΡΟΣ Α'
25 Μαρτίου 1821 - ΜΕΡΟΣ Β'
1821, Η Ελληνική Επανάσταση - ΙΣΤΟΡΙΚΟ (ταινία)
Κλέφτες και Αρματολοί
Ηγετικές φυσιογνωμίες-
Υλικό:
Αφιερώματα σε εφημερίδες και περιοδικά με φωτογραφικό υλικό και πληροφορίες για τη κατάσταση στην υπόδουλη Ελλάδα, τις μορφές και τους τρόπους του αγώνα, τις ηγετικές προσωπικότητες και τη δράση τους.
ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ 21 ΚΑΙ ΦΙΛΕΛΛΗΝΕΣ ΖΩΓΡΑΦΟΙ
ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ 21 & ΦΙΛΕΛΛΗΝΕΣ ΖΩΓΡΑΦΟΙ
ΣΤΙΓΜΕΣ ΤΟΥ 1821 ΑΠΟ ΕΛΛΗΝΕΣ ΖΩΓΡΑΦΟΥΣ
Δραστηριότητες:
Γεωγραφική Προσέγγιση
Αναρτoύμε τον χάρτη της Ελλάδας στην τάξη μας και εντοπίζουμε αρχικά τα γεωγραφικά διαμερίσματα (Πελοπόννησος, Ήπειρος, Μακεδονία νησιά κλπ.) και στη συνέχεια, ιστορικούς σταθμούς των γεγονότων της Επανάστασης (Μεσολόγγι, Σούλι, Γιάννενα κ.α.). Ακόμη, εντοπίσαμε τα νησιά που συναντήσαμε κατά τις αφηγήσεις μας, όπως τις Σπέτσες (εκεί που έδρασε η Λ.Μπουμπουλίνα), τα Ψαρρά, τη Χίο, την Κρήτη κ.α.
Μερικοί ήρωες του 1821 στον χάρτη της Ελλάδας
Ο Κανάρης με τον Παπανικολή ανατίναξαν με πυρπολικό ένα τούρκικο καράβι στην Ερεσό στις 27/5/1821.
Καταστροφή του Μελιδονίου Τον Οκτώβριο του 1823, 370 γυναικόπαιδα και 30 ένοπλοι είχαν καταφύγει στο σπήλαιο Γεροντοσπήλιος, κοντά στο χωριό Μελιδόνι της επαρχίας Μυλοποτάμου της Κρήτης. Εκεί αμύνθηκαν με επιτυχία, για 3 μήνες, εναντίον των επιθέσεων και των βομβαρδισμών των Τούρκων. Τον Ιανουάριο του 1824, ο στρατός του Αιγύπτιου στρατηγού Χουσεΐν Μπέη έβαλε φωτιά και με τον καπνό θανάτωσε με ασφυξία όλους όσους είχαν κλειστεί στο σπήλαιο.
Ευχαριστούμε τον ιστότοπο: http://2dim-ag-athan.dra.sch.gr
΄΄Μάνα μου τα κλεφτόπουλα΄΄
΄΄ Φεγγαράκι μου λαμπρό΄΄
Να 'τανε το '21 - Γιώργος Νταλάρας
2. Η Φιλική Εταιρεία
Συζητάμε με τα παιδιά για το μυστικό αγώνα των φιλικών, τον όρκο τους και τη συμβολή τους στην υπόθεση της επανάστασης.
Επεξεργαζόμαστε τον πίνακα του Ν. Εγγονόπουλου , Ο όρκος των Φιλικών
Νίκος Εγγονόπουλος, Ο όρκος των Φιλικών, 1952. Λάδι σε μουσαμά, 92Χ73.
Παρατήρησε τον πίνακα. Γράψε το πρώτο πράγμα που σκέπτεσαι γι’ αυτόν κοιτάζοντάς τον. Πρόσεξες τον τίτλο; Ποιες είναι οι μορφές που βλέπεις; Είναι οπλισμένες; Ποια είναι τα όπλα τους; Τι νομίζεις πώς ετοιμάζονται να κάνουν; Με τι μοιάζουν; Μοιάζουν με ………………………….. Τι τους λείπει για να χαρακτηριστούν ανθρώπινες μορφές; Οι μορφές έχουν χαρακτηριστικά στο πρόσωπο; Ψάξε να βρεις μια πολεμική στολή, ένα ράσο κι έναν πελέκι της μινωικής Κρήτης. Πρόσεξε τα ρούχα που φορούν οι φιγούρες. Μπορείς να τα περιγράψεις; Το θέμα του έργου είναι ιστορικό γιατί ζωντανεύει ένα ιστορικό γεγονός. Ποιο; Ποια χρώματα κυριαρχούν; Τι βλέπεις στο βάθος του πίνακα; Τι σ’ εντυπωσίασε περισσότερο σ’ αυτό το έργο; Τα διάφορα αντικείμενα που βλέπουμε στο έργο του Εγγονόπουλου έχουν κυριολεκτική ή μεταφορική σημασία;Βλέποντας το έργο νιώθεις:φόβο συμπάθεια ενδιαφέρον χαρά;Διάλεξε μια λέξη που ταιριάζει στο έργο:εφιάλτης όνειρο μαγεία κακογουστιά ή……………………
ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ: Χορωδία Μουσικού Σχολείου Θεσσαλονίκης 5-3-2016
Γράφτηκε από Super Userhttp://msth.gr/index.php/music-ensembles/world-music-ensembleΧορωδία Μ.Σ.Θ.
http://msth.gr/index.php/music-ensembles/choir
Διεύθυνση Χορωδίας Μ.Σ.Θ.: Αγγελική Κρίσιλα
Πιάνο: Σοφία Ζουμή
Φιλική συμμετοχή στο τραγούδι: Ανθή Τατσιούλη
ΑΦΙΕΡΩΜΑ - ΠΛΟΥΣΙΟ ΥΛΙΚΟΟΜΙΛΙΕΣ
Η σχεσιοδυναμική ΔΑΣΚΑΛΟΥ-ΜΑΘΗΤΩΝ στις ΟΜΙΛΙΕΣ του ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ (του φιλολόγου Βασιλείου Σαρρή)
της Ομάδας "Ο Παιδαγωγός" ,
μνήμη του Θεού, με την πιστή και ακριβή τήρηση των εντολών του Χριστού, με τη διηνεκή μελέτη του λόγου του Θεού, με τη μελέτη θανάτου ως φιλοσοφία ζωής, με την αυταπάρνησή τους η οποία τους καθιστούσε ανά πάσα στιγμή κατά προαίρεση μάρτυρας, έφτασαν στα ύψη της χριστιανικής τελειώσεως και καθώς επέτυχαν τη μέθεξη του Τριαδικού Θεού και έγιναν έμπλεοι του θείου φωτός απολάμβαναν μυστικά τη θέα του Θεού κατά τον τρόπο που την απολάμβαναν και οι μαθητές του στο ορος Θαβώρ και βοούσαν στεναγμοίς αλαλήτοις: «καλόν εστίν ημάς ώδε είναι». Ωστόσο, όπως γνωρίζουμε από την Γραφή, ούτε ο Χριστός και οι μαθηταί του έμειναν για πάντα στο όρος Θαβώρ, βιώνοντας το θεϊκό μεγαλείο της Μεταμορφώσεως, και κατά μίμησιν αυτών ούτε και οι τρεις Ιεράρχαι έμειναν για πολύ καιρό απομακρυσμένοι από τον κόσμο στη θεία μακαριότητα της ασκητικής ζωής. Η χριστοκεντρική και χριστομίμητη ζωή που επέλεξαν τους οδήγησε από πόνο και αγάπη για τον συνάνθρωπό τους , να αφήσουν την θαβώρεια μακαριότητα της ασκητικής ζωής και να κατέλθουν από το νοητό ύψος των μυστικών εμπειριών στην καθημερινότητα και τα προβλήματα του λαού του Θεού . Σπλαχνίστηκαν τους λαϊκούς της εποχής τους , γιατί τους είδαν, όπως και ο Κύριος, να έρχονται προς αυτούς ως πρόβατα μη έχοντα ποιμένα και να ζητούν διαποίμανση. Και δέχθηκαν συγκαταβαίνοντας στις ανάγκες και στα αιτήματα του λαού του Θεού να καταστούν ποιμένες και διδάσκαλοι της εκκλησίας και να γίνουν, κατά τον απόστολο Παύλο, τα πάντα τοις πάσι. Δεν περιορίστηκαν στη στωική απάθεια , ούτε έκαναν δόγμα τους την αταραξία των σκεπτικών. Σήκωσαν τον σταυρό του Χριστού , κάνοντας τον πόνο του ποιμνίου τους δικό τους πόνο για να ομολογήσουν μαζί με τον απόστολο Παύλο:
Τις ασθενεί και ουκ ασθενώ; Τις σκανδαλίζεται και ουκ εγώ πυρούμαι;
Παρηγόρησαν τους πενθoύντες, στήριξαν τους ολιγοψύχους, στηλίτευσαν την κοινωνική αδικία και την κρατική αυθαιρεσία, κατήγγειλαν την τοκογλυφία και την εκμετάλλευση των πτωχών από τους πλουσίους, δεν αδιαφόρησαν και για τα πιο μικρά ζητήματα της καθημερινότητας των πιστών. Είχαν λόγο για όλα τα κοινωνικά και για όλα τα ανθρώπινα ζητήματα. Για την οικονομία, για το ήθος της πολιτικής εξουσίας, για το δίκαιο και τη νομοθεσία, για την ιατρική, για το γάμο, για την ανατροφή των παιδιών, για το ποιες γυναίκες πρέπει να παίρνουν οι άνδρες, για την αξία της σοφίας των Ελλήνων και το μπόλιασμά της με τη θεϊκή σοφία του Χριστού, για τη θέση του ανθρώπου μέσα στο φυσικό κόσμο , για την ελεημοσύνη και την φιλανθρωπία, για την ισότητα και την ισονομία. Αυτή η καταβύθιση του πνεύματος από το νοητό ύψος και το κάλλος της θείας μακαριότητος στα κοινά και τετριμμένα, στα μάταια και πρόσκαιρα του ανθρωπίνου βίου, από τα ουράνια στα επί γης δεν ήταν μια ανώδυνη και εύκολη υπόθεση. Απαιτούσε πόνο και οδύνη, ταπείνωση και συγκατάβαση. Ήταν το θαύμα της οδυνωμένης αγάπης.
Ένα πολύ ειδικό θέμα ψυχοπαιδαγωγικής υφής που συναντούμε στις ομιλίες του ιερού Χρυσοστόμου είναι το ζήτημα της σχεσιοδυναμικής δασκάλου μαθητών, δηλαδή το πώς ο δάσκαλος και οι μαθητές επηρεάζονται και διαμορφώνουν ο ένας τον άλλον στο πλαίσιο μιας δυναμικής διαπροσωπικής σχέσης η οποία εδράζεται στην συναισθηματική αλληλεπίδραση και στο επίκεντρο της οποίας βρίσκεται η αμοιβαία αγάπη, εκτίμηση και αναγνώριση.
Για τον ιερό Χρυσόστομο το έργο του διδασκάλου έχει τρία ειδοποιά χαρακτηριστικά:
Πρώτον είναι υψηλό γιατί έχει να κάνει με την καλλιέργεια της αθανάτου και θεοειδούς ψυχής. Ο διδάσκαλος γεωργεί τας ψυχάς.
Δεύτερον είναι κοπιαστικό και οδυνηρό. Ο διδάσκαλος έλκει τον ζυγόν, τέμνει τον αύλακα
Τρίτον είναι παραγωγικό και δημιουργικό. Ο διδάσκαλος σπείρει τον σπόρον.
Επιπλέον, ο ιερός Χρυσόστομος υποστηρίζει ότι για τον δάσκαλο η διδασκαλία και η μάθηση δεν συνιστούν αυτοσκοπό αλλά έχουν συγκεκριμένη στόχευση , τόσο αναφορικά με το μαθητή ως άτομο, όσο και αναφορικά με τον κοινωνικό ρόλο του μαθητή. Κατά πρώτο λόγο ο πόνος και ο μόχθος του δασκάλου δεν είναι απλά και μόνο να κατορθώσει να έχει έναν ικανό και πρόθυμο ακροατή, αλλά το παιδευθήναι , δηλ. η διάπλαση της ψυχής του μαθητή και η διά της ασκήσεως των αρετών μόρφωσίς του εις άνδρα τέλειον , κατά το πρότυπο του Χριστού. Κατά δεύτερο λόγο η μάθηση δεν συνιστά αυτοσκοπό ο οποίος εξικνείται στα όρια της διαμόρφωσης της προσωπικότητας του μαθητή. Ο μαθητής δέχεται τη γνώση από τον δάσκαλο όχι με τη στατική αλλά με τη δυναμική της έννοια, δηλαδή με σκοπό να την μεταβιβάσει και σε άλλους και να γίνει πολλαπλασιαστής της γνώσης στο κοινωνικό σώμα. Με αυτό τον τρόπο, σύμφωνα με τον Χρυσόστομο, το έργο του δασκάλου διευρύνεται, απλώνεται έξω από τα στενά όρια της αίθουσας και ο αριθμός των μαθητών πολλαπλασιάζεται, εφόσον οι πρώτοι λίγοι μαθητές, διαδίδοντας αυτά που έμαθαν, προσελκύουν και πολλούς άλλους στη γνώση και , επί της ουσίας, τους κάνουν συμμαθητές τους. Έτσι οι λίγοι γίνονται πολλοί, αναμορφώνουν και αναπλάθουν την κοινωνία. Αυτή η φιλοσοφία για τη διαχείριση της γνώσης είναι που λαμπρύνει το έργο του διδασκάλου και του προσδίδει μια κυρίαρχη θέση μέσα στο κοινωνικό σώμα.
Υπό αυτήν την έννοια ο δάσκαλος όταν διδάσκει δεν έχει υπόψη του μόνο αυτούς που διδάσκει εκείνη τη στιγμή και τους έχει μπροστά του, αλλά και τους πόρρωθεν όντας, αυτούς δηλαδή που θα γίνουν έμμεσα μαθητές του μέσα από τη διάδοση του λόγου του και σε άλλους. Το γεγονός αυτό αυξάνει την ευθύνη του δασκάλου και καθιστά το έργο του ακόμη πιο υψηλό και σπουδαίο. Όταν αυτό το συνειδητοποιήσει, όπως ο απόστολος Παύλος, η αγάπη του και η μέριμνά του απλώνεται προς πάντας και στους οικείους και γνώριμους μαθητές, αλλά και στους άγνωστους και πολύ περισσότερους μαθητές που θα έλθει σε κοινωνία μαζί τους μέσω του λόγου του.
Σε κάθε περίπτωση αυτό που πρέπει να θεμελιώνει και να διέπει τη σχέση δασκάλου μαθητών είναι η προθυμία και η ζέση των μαθητών να ανταποκριθούν στο έργο του δασκάλου από τη μια και η φιλοστοργία του δασκάλου προς τους μαθητές από την άλλη. Αυτή η ανταπόκριση των μαθητών μπορεί να φτάσει την αγάπη του δασκάλου σε πολύ υψηλά μέτρα, ώστε να καταλυθεί και αυτή ακόμη η ιεραρχική διαβάθμιση ανάμεσά τους, όπως συνέβαινε και στην περίπτωση του αποστόλου Παύλου, ο οποίος νιώθει και καλεί τους μαθητές του, «αδελφούς». Γράφει συγκεκριμένα, ο ιερός Χρυσόστομος: «Τέτοιο πράγμα είναι η αγάπη. Αποβάλλει κάθε ανισότητα και διαφορά και δεν γνωρίζει καμμία υπεροχή ή αξίωμα, αλλά και αν ακόμη κανείς κατέχει την υψηλότερη θέση από όλους, συγκαταβαίνει και έρχεται στη θέση και του πλέον ταπεινού και άσημου, όπως ακριβώς έπραττε και ο απόστολος Παύλος».
Κατά τον ιερό Χρυσόστομο η σχέση του δασκάλου με τους μαθητές του δεν είναι εξουσιαστική, αλλά υπαρξιακή μέσα στα πλαίσια της συναλληλίας, όπου μαθητές και δάσκαλος βιώνουν το ίδιο συναίσθημα εξάρτησης και υπαρξιακής πλήρωσης εις τρόπον ώστε να μην μπορούν να υπάρξουν ο ένας χωρίς τον άλλον. Δηλωτική αυτού του βιώματος είναι η εξομολόγηση του Χρυσοστόμου στο ακροατήριό του: «Μια μέρα έμεινα μακριά σας και είναι σα να αποχωρίστηκα έναν ολόκληρο χρόνο και έτσι στενοχωριόμουν και αδημονούσα. Και γνωρίζετε ότι σας λέω αλήθεια γιατί και σεις πάθατε το ίδιο». Η αμοιβαιότητα αυτή στα συναισθήματα και τα βιώματα δασκάλου και μαθητών είναι που οικοδομεί και διαμορφώνει εκείνη την παιδαγωγική σχέση, η οποία καλλιεργεί και αξιοποιεί τις συγκινήσεις ως πρωταρχικό παράγοντα επίτευξης των παιδαγωγικών και γνωστικών στόχων που θέτει η διδασκαλία. Και πρέπει να διευκρινιστεί ότι η συγκίνηση που αναδύεται μέσα από τη σχέση αυτή δεν είναι ούτε μεθοδευμένη, ούτε τεχνητή, ούτε προσποιητή στα πλαίσια μιας τυποποιημένης, στεγνής διδακτικής πρακτικής και φιλοσοφίας, κάτι που θα απηχούσε πρακτικές και μεθοδεύσεις των στωικών, οι οποίοι αρκούνται σε προσποιητά συναισθήματα για να μην πλήξουν την αταραξία της ψυχής τους. Πρόκειται για ζωντανή, ανυπόκριτη κα αυθόρμητη αγαπητική στάση η οποία εκδηλώνεται με έντονο πολλές φορές τρόπο. Είναι εκπληκτικές οι εικόνες και οι αναλογίες που πλάθει ο Χρυσόστομος για να περιγράψει την συναισθηματική του εξάρτηση από το ακροατήριό του και τους μαθητές του και να αποδώσει παραστατικά με ανθρώπινα μέτρα τους παλμούς της καρδιάς του δασκάλου που δεν περιγράφονται με λόγια. Τη μια αισθάνεται ως βρέφος που επιζητεί το ακροατήριό του ως τη μάνα που τον θηλάζει:
«Σαν ένα βυζασταρούδι που τό κοψαν ξαφνικά από την μητρική θηλή, κι όπου κι αν το πάνε, γυρνά από δω κι από κει το κεφαλάκι του, γυρεύοντας να δει τη μανούλα του, το ίδιο έπαθα και γω. Από τη στιγμή που ξέκοψα από τη μητρική αγκαλιά σας, όλο τον καιρό ολοένα κοιτούσα εδώ και κει , λαχταρώντας παντού τον δικό σας όμιλο».
Από την αναλογία αυτή καθίσταται σαφές ότι για τον Χρυσόστομο ο όμιλος των μαθητών είναι οι μητρικές αγκάλες, όπου νιώθει ανακούφιση και υπαρξιακή πληρότητα, η πηγή της ζωής, ο τόπος όπου ικανοποιεί τον εσώτερο προορισμό του για τελείωση. Αντιλαμβανόμαστε σαφώς ότι σε μια παιδαγωγική σχέση δεν είναι μόνο ο μαθητής που δέχεται τροφή από το δάσκαλο, αλλά και ο δάσκαλος ζει και αναπνέει από τη σχέση του με τον μαθητή. Ο δάσκαλος υφίσταται ως δάσκαλος επειδή υπάρχει ο μαθητής. Χωρίς μαθητή θα ήταν παράλογο να αυτοπροσδιορίζεται κανείς ως δάσκαλος. Σε μεγάλο βαθμό , στα πλαίσια της δυναμικής σχέσης δασκάλου-μαθητή, στη διάρκεια της οποίας αναπτύσσονται δυνάμεις εκατέρωθεν, ο μαθητής είναι αυτός που κάνει τον δάσκαλο. Είναι αλήθεια ότι πολλές φορές όταν ο δάσκαλος μπαίνει στην αίθουσα για να διδάξει έχει την αγωνία της επιτυχίας του μαθήματος. Απόρροια αυτής της αγωνίας είναι η άσκηση αυτοκριτικής. Νιώθει τις δυνάμεις του πολύ μικρές , αισθάνεται συχνά την ανεπάρκειά του , αμφιβάλλει για την ικανότητά ή τη δυνατότητα να ανταποκριθεί στο δύσκολο έργο του. Καταλαβαίνει ότι δεν μπορεί να τα βγάλει πέρα μόνος του. Χρειάζεται ένα χέρι βοηθείας έναν συμπαραστάτη. Πού να το βρει όμως αυτό το χέρι να τον τραβήξει προς τα πάνω, να τον στηρίξει, να τον ανεβάσει ψηλά , παρά στους μαθητές του; Η διδασκαλία θέλει έμπνευση και τον δάσκαλο τον εμπνέουν οι μαθητές. Όταν το ακροατήριο διψά, όταν αδημονεί, όταν απαιτεί, όταν αγκαλιάζει με την αγάπη του, όταν συγκινεί, τότε και ο δάσκαλος μεταμορφώνεται και έρχεται εις την αρίστην διάθεσιν. Κατά κάποιο τρόπο οι μαθητές με τον τρόπο τους ασκούν στο δάσκαλο μια θεμιτή βία, μία δημιουργική και αγαπητή τυραννίδα. Είναι η τυραννίς της αγάπης, κατά τον ιερό Χρυσόστομο. Αυτή είναι που κάνει το δάσκαλο να τα δώσει όλα στη διδασκαλία. Καλύτερα , όμως να μας τα πει ο ίδιος ο Χρυσόστομος, με τον δικό του ανεπανάληπτο και απαράμιλλο τρόπο.
« Νιώθω αδύναμος και φτωχός και αισθάνομαι ότι έχω διδακτική ανεπάρκεια. Μόλις, όμως, δω την αγαπημένη σας συντροφιά λησμονώ και την αδυναμία, ξεχνώ και την ανεπάρκεια, αφήνω στην άκρη και την φτώχεια . Αυτά κάνει τη αγάπη σας που με κατατυραννά. Γι αυτό και σας στρώνω το φτωχικό μου τραπέζι , με τέτοια διάθεση, σα να είμαι πιο πλούσιος και από τους πλούσιους. Και εσείς είστε που με κάνετε να αισθάνομαι πλούσιος και με ανεβάζετε ψυχολογικά, εσείς που με τη δίψα σας για μάθηση ανορθώνετε τους καταπτοημένους, καθώς με ανοιχτό το στόμα περιμένετε να ακούσετε λόγο από το δάσκαλο και κρέμεστε από τα χείλη του. Είστε σαν τα μικρά τα χελιδονάκια, τα οποία κάθε φορά που βλέπουν τη μανούλα τους να πετάει και να τα πλησιάζει, ξεπροβάλλουν τα κεφαλάκια τους από τη φωλιά και με τους λαιμούς να κρέμονται από έξω λαμβάνουν την τροφή τους. Με τον ίδιο τρόπο και εσείς προσηλώνοντας το βλέμμα σας με όλη σας την καρδιά στον ομιλητή, λαμβάνετε την διάλεξη που διακομίζει η γλώσσα του και, πριν ακόμη οι λέξεις ξεπηδήσουν από το στόμα μου, η διάνοιά σας αρπάζει αμέσως τα λεγόμενά μου.»
Τελικά, για τον Χρυσόστομο ο δάσκαλος στη σχέση του με τους μαθητές μπορεί να νιώθει και ως βρέφος και ως μητέρα. Φαίνεται αντινομικό αλλά δεν είναι. Είναι η υπέρβαση της τυπικής λογικής που βιώνουμε στην Ορθοδοξία. Η αρμονική σύνθεση των εναντίων. Ο δάσκαλος και τρέφει και τρέφεται και καλύπτει και καλύπτεται και στηρίζει και στηρίζεται. Και επί της ουσίας όντας δάσκαλος νιώθει μαθητής και νιώθοντας μαθητής είναι δάσκαλος. Ένας χριστιανικός χρυσοστομικός μετασχηματισμός και μια τελείωση της ατελούς σωκρατικής φιλοσοφίας για τον δάσκαλο και το ρόλο του.
Τελεώνοντας, οφείλουμε μια διευκρίνηση. Οι μαθητές εμπνέουν το δάσκαλο, γιατί πρώτα τους έχει εμπνεύσει αυτός. Από το δάσκαλο εκπορεύεται η έμπνευση και στο δάσκαλο επιστρέφει μέσω των μαθητών. Είναι μια κυκλική κίνηση , η οποία στην πορεία της διδασκαλίας γίνεται αναγωγική , καθώς διά του λόγου παίρνει τις συγκινήσεις από το επίπεδο της καρδιάς και τις ανεβάζει στο νου και από εκεί τις επιστρέφει πάλι πίσω στην καρδιά, όπου και φυλάσσονται όλα όσα άκουσε ο μαθητής από το δάσκαλο.
Πώς, όμως, εμπνέει ο δάσκαλος το μαθητή; Πρωταρχικά ο δάσκαλος εμπνέει με τη ζωή του, με το παράδειγμά του. Όπως πολύ εύστοχα διαπιστώνει ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς «Λόγω παλαίει πας λόγος, βίω δε τις;» . Έτσι και για τον άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο εκείνο που καταξιώνει έναν δάσκαλο στα μάτια των μαθητών του δεν είναι ούτε η κομψή ενδυμασία, ούτε τα φτιασιδώματα, ούτε ο πλούτος. Είναι η αρετή του βίου. Το υψηλό ήθος, η εγκράτεια, η εντιμότητα, η συνάφεια λόγων και έργων και, επιπλέον, ο λιτός βίος. Ως υποδείγματα εναρέτων δασκάλων οι οποίοι ακριβώς με το λιτό, πτωχικό και ασκητικό τους βίο ενέπνευσαν τους μαθητές τους αναφέρει τους αρχαίους Έλληνες φιλοσόφους: τον Σωκράτη, τον Πλάτωνα, τον Διογένη. Και, μάλιστα, αναφέρει ότι ακριβώς επειδή ήταν πτωχοί ως δάσκαλοι γι αυτό το λόγο ήταν πιο ισχυροί και πιο λαμπροί και από τους πλέον ισχυρούς ηγεμόνες της εποχής τους. Ο Σωκράτης κρίνεται ως πιο επιφανής από το βασιλιά της Μακεδονίας Αρχέλαο, ο Πλάτωνας πολύ πιο σημαντικός από τον τύραννο των Συρακουσών Διονύσιο, ο Διογένης πιο λαμπρός από τον Φίλιππο. Όλοι αυτοί είχαν έναν πολύτιμο θησαυρό: την έντιμον πενίαν, για να επικαλεστούμε μια ωραία φράση του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη. Για τον Χρυσόστομο ένα από τα πιο εμφανή σημάδια ότι η κοινωνία έχει διαφθαρεί είναι όταν οι εκπαιδευτικοί φτάνουν στο σημείο να νιάζονται μόνο για την τσέπη τους.
Και κατά έναν δεύτερο λόγο ο δάσκαλος εμπνέει τον μαθητή με τις γνώσεις του και την κατάρτισή του. Όπως χαρακτηριστικά σημειώνει ο Χρυσόστομος, ο διδάσκαλος δεν είναι από φύσεως διδάσκαλος, υπό την έννοια ότι το όνομα από μόνο του δεν κάνει το δάσκαλο ή διά μαγείας δεν γίνεται κανείς δάσκαλος. Ο δάσκαλος παρομοιάζεται με έναν χρυσοφόρο ποταμό, ο οποίος μεταφέρει την γνώση ως χρυσίτιν κόνιν, χάρη στο γεγονός ότι στην πορεία της ροής του περνά από όρη και βουνά τα οποία έχουν φλέβες χρυσού, περνά δηλαδή από πολλά χρυσοφόρα επίπεδα της γνώσης, μελετά πολύ και αυτό που αποκομίζει κατά την επίπονο αυτή διαδρομή, το καταθέτει στους μαθητές του.
Αυτός είναι ο δάσκαλος κατά τον ιερό Χρυσόστομο, όπως ορίζεται και διαμορφώνεται από τη σχεσιοδυναμική που αναπτύσσεται ανάμεσα σε αυτόν και τους μαθητές του. Είναι ο ζωντανός δάσκαλος, αυτός που ζει για τους μαθητές και από τους μαθητές. Ο ποιμήν ο καλός, ο οποίος δίνει για το ποίμνιο την ίδια του τη ζωή και όταν δει τους λύκους να πλησιάζουν δεν το βάζει στα πόδια ούτε βρίσκει ένα καλύβι να κρυφτεί και να γλυτώσει. Αυτό ο ιερός Χρυσόστομος το είχε βασική αρχή, το έκανε πράξη και το πλήρωσε με τη ζωή του. Για την αγάπη των μαθητών του κυνηγήθηκε και διώχθηκε από τους κοσμοκράτορες της εποχής του, πεθαίνοντας ως μάρτυρας εξόριστος και βασανισμένος. Όλα για την αγάπη των μαθητών, τίποτε για τον εαυτό του. Μια αγάπη πηγαία, χωρίς υποκρισία, χωρίς ιδιοτέλεια. Μια αγάπη ασκητική, χωρίς την επιζήτηση της καλοπέρασης και του βολέματος. Μια αγάπη ασυμβίβαστη και ανυποχώρητη. Μια αγάπη της θυσίας, μια αγάπη του μαρτυρίου.
Ένας τέτοιος δάσκαλος δεν είναι υπάλληλος, αλλά λειτουργός. Προσφέρει και προσφέρεται υπέρ του λαού, υπέρ των μαθητών του. Η ζωή του είναι μια διαρκής προσφορά, χωρίς όρια, χωρίς ανάπαυση. Στη διάρκεια μιας λιτανείας στην Κωνσταντινούπολη, ο ιερός Χρυσόστομος εκφώνησε δεκαοκτώ ομιλίες κάτω από την συνεχή πίεση των μαθητών του, να ακούσουν, να μάθουν. Και όσο αυτός μιλούσε, τόσο αυτοί διψούσαν περισσότερο και απαιτούσαν να συνεχίσει και εύχονταν, αν ήταν δυνατόν, να μην τελείωνε ποτέ αυτή η ευλογία, αυτή η χάρις, αυτή η ζωντανή αγάπη. Και όταν πήρε το δρόμο για την εξορία και το μαρτύριο, τον αποζητούσαν λέγοντας:
«Συνέφερεν, ίνα ο ήλιος συσταλή ή ίνα το στόμα Ιωάννου σιωπήση».
Έτσι συμβαίνει σε μια γνήσια παιδαγωγική σχέση. Όταν έρχεται η ώρα να αποχωρήσει ο δάσκαλος, για το μαθητή είναι σα να σβήνει ο ήλιος. Κι αυτό γιατί η παιδεία και ιδιαίτερα η παιδεία του Χριστού, αυτή που θεμελίωσαν και οικοδόμησαν οι Τρεις Ιεράρχες με τη ζωή τους και τον λόγο τους είναι το φως το αληθινόν. Το φως που φωτίζει και αγιάζει πάντα άνθρωπον ερχόμενον εις τον κόσμον.
Εμείς οι δάσκαλοι του 21ου αιώνα λάβαμε αυτήν την παιδεία ως παρακαταθήκη από τους τρεις Ιεράρχες. Ας αντιληφθεί ο καθένας μας τι βάρος ευθύνης σηκώνει στους ώμους του και ποιο θησαυρό έχει κληθεί να διαχειρισθεί. Το ζήτημα είναι να είμαστε καλοί οικονόμοι αυτής της κληρονομιάς, αυτού του πλούτου. Όλα θα κριθούν από το αν ο κάθε ένας από μας επιθυμεί να αξιοποιήσει αυτόν τον θησαυρό. Αν πραγματικά το επιθυμούμε, τότε οι επιθυμίες μας μπορούν να αλλάξουν τον κόσμο.
Δεν θέλω να προχωρήσω σε μια ανατομία της σημερινής κατάστασης στην ελληνική παιδεία, αλλά έχουμε μια τάση να πριονίζουμε συνεχώς το κλαδί πάνω στο οποίο καθόμαστε. Με τον τρόπο που ενεργούμε και σκεφτόμαστε νιώθω ότι δεν είμαστε άξιοι αυτής της κληρονομιάς, καθώς κατά έναν εξωφρενικό τρόπο οι άλλοι λαοί την αναγνωρίζουν και την σέβονται και εμείς την παραπετάμε και την ευτελίζουμε. Δεν καταλάβαμε ακόμη πως χρεωκόπησε η οικονομία , επειδή οδηγήσαμε την παιδεία μας σε χρεωκοπία, από μια ανεξήγητη εμπάθεια. Πουλήσαμε τον Χριστό και δεν καταλάβαμε ότι και ο Χριστός μπορεί να μας πουλήσει, όπως λέει και ο προφητικός λόγος του αγίου Κοσμά του Αιτωλού. Και να τώρα που η Ελλάδα ξεπουλιέται.
Μακάρι αυτή η περιπέτεια που ζει η πατρίδα μας να μας συνεφέρει , να κάνουμε την αυτοκριτική μας ως εκπαιδευτικοί και να ξαναγίνουμε δάσκαλοι της προσφοράς και της θυσίας και της αγάπης, δάσκαλοι ακέραιοι και πνευματοφόροι, δάσκαλοι ζωντανοί, όχι νεκροί.
Οι Τρεις Ιεράρχες : ΟΙ ΑΣΥΜΒΙΒΑΣΤΟΙ !
και την βοήθεια της θείας Χάριτος τις κορυφές της αγιότητος και καλούσαν τους πιστούς να ανεβαίνουν στις ωραίες πνευματικές αναβάσεις.
Άσκησαν στον ύψιστο βαθμό την φιλανθρωπία και ανακούφισαν τον πόνο χιλιάδων αναξιοπαθούντων.
Δίδασκαν καθημερινά τους πιστούς αναλύοντάς τους τις θεόπνευστες αλήθειες της Πίστεώς μας και διαφωτίζοντάς τους για τα μεγάλα θέματα, που απασχολούν την ψυχή κάθε ανθρώπου.
Καθόρισαν συστηματικά την λειτουργική ζωή της Εκκλησίας, για να μπορούν να λατρεύουν οι πιστοί θεάρεστα τον Κύριο.
Συνέγραψαν θαυμάσια συγγράμματα, τα οποία ξεπέρασαν τη φθορά του χρόνου και ισχύουν και για τις μέρες μας. Ο εθνικός μας ιστορικός Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος γράφει ότι με τα συγγράματά τους οι Τρεις Ιεράρχαι «απετελέσαν εποχήν λόγου νέαν, μεγάλην και ένδοξον διά το ανθρώπινον γένος» (Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμ. 2ος, μέρος Β’ σελ. 1, 6).
Πολύ εύστοχα ελέχθη γι’ αυτούς ότι ήταν «εύγλωττοι κατά τον λόγον, ευγλωττότεροι κατά τον βίον, ευγλωττότατοι κατά τον θάνατον».
Βασικό στοιχείο της αγιότητος και των τριών είναι ότι ήταν ασυμβίβαστοι με το κακό, την αμαρτία και την αίρεση. Δεν γνώριζαν τη γλώσσα των συμβιβασμών και της διπλωματίας.
Προτιμούσαν να χάσουν τη θέση τους και αυτή τη ζωή τους, παρά να συμβιβαστούν σε θέματα αρχών και πίστεως. Δε σκέφτηκαν ποτέ εάν αντίπαλοί τους ήσαν αυτοκράτορες ή σοφοί διάφοροι ή ισχυροί κατά κόσμον. Έμειναν ακλόνητοι στην ορθή πίστη και ζωή αψηφώντας τις συνέπειες.
Εμείς, έπαρχε Μόδεστε, είπε στον απεσταλμένο του αρειανού αυτοκράτορα Ουάλη ο Μ. Βασίλειος, είμαστε ήρεμοι και πράοι άνθρωποι και υποχωρούμε όταν πρόκειται για προσωπικά μας θέματα. Όταν όμως πρόκειται για την πίστη μας στον Θεό, «ὅταν Θεός ᾖ τό κινδυνευόμενον» δεν υπολογίζουμε τίποτε, αγωνιζόμαστε μέχρι θανάτου, χωρίς να φοβόμαστε οποιοδήποτε βασανιστήριο. «Ἀκουέτω ταῦτα καί βασιλεύς». Να τα πεις και να τ’ ακούσει αυτά κι ο βασιλιάς (PG 36, 561).
Και ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, αφού νίκησε τους αρειανούς και πήρε πίσω τους Ναούς της Κωνσταντινούπολης, που τους είχαν καταπατήσει αυτοί, και ενώ είχε φίλο του τον αυτοκράτορα Θεοδόσιο τον Μέγα και μαζί του το μεγαλύτερο μέρος του πιστού λαού, όταν μερικοί ζηλόφθονες επισκόπου αμφισβήτησαν την εκλογή του, παρητήθη αμέσως. Δε θέλησε να έλθει σε συμβιβασμούς με μοχθηρούς ανθρώπους. Παρητήθη και από την προεδρία της Β’ Οικουμενικής Συνόδου και από τον Πατριαρχικό θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως. Αντί της θέσεως προτίμησε την ακεραιότητα και το ασυμβίβαστο του χαρακτήρος του. Δεν γνώριζε τους διπλωματικούς ελιγμούς, αλλά γνώρισμά του ήταν όπως έγραφε, το «μή παρασυρῆναι», να μη παρασύρεται και να έχει «παρρησίαν» (PG 37, 32-33).
Και ο ιερός Χρυσόστομος, όταν έγινε Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως και θέλησε να καθαρίσει την Εκκλησία από αναξίους κληρικούς, οι οποίοι είχαν την προστασία της αυτοκράτειρας Ευδοξίας, δεν εδίστασε να ελέγξει και την αυτοκράτειρα για τη ζωή της. Δεν συμβιβάστηκε μαζί της. Γι’ αυτό και εξορίστηκε και πέθανε εξόριστος μέσα σε αφάνταστες κακουχίες, με πνεύμα όμως απτόητο και αδούλωτο. Χαρακτηριστικό του γενναίου και ασυμβίβαστου φρονήματός του βλέπουμε στην ομιλία, που εκφώνησε φεύγοντας για την εξορία: «Πολλά τά κύματα καί χαλεπόν τό κλυδώνιον· ἀλλ’ οὐ δεδοίκαμεν (δεν φοβόμαστε) μή καταποντισθῶμεν· ἐπί γἀρ τῆς πέτρας ἑστήκαμεν. Μαινέσθω ἡ θάλασσα, πέτραν διαλῦσαι οὐ δύναται· ἐγειρέσθω τά κύματα, τοῦ Ἰησοῦ τό πλοῖον καταποντίσαι οὐκ ἰσχύει» (PG 52, 427).
Τέτοιους άγιους, γενναίους και ασυμβίβαστους με το κακό και την αίρεση εκκλησιαστικούς ηγέτες χρειαζόμαστε και σήμερα. Και ας παρακαλούμε την Ιδρυτή της Εκκλησίας μας να μας τους χαρίζει.
Οι Τρεις Ιεράρχες - 4η ομιλία
την ησυχία του αναχωρητηρίου στον Πόντο, κοντά στον φίλο του Βασίλειο, για περισσότερη άσκηση στην πνευματική ζωή.
Δημήτρης Νατσιός, Οι Τρεις Ιεράρχες για την Παιδεία
ΠΕΤΡΑΧΕΙΛΙ Η ΚΑΡΥΟΦΥΛΙ; (3 Ιεράρχες)
Οι χρυσές εφεδρείες του πνεύματος
Το επαναστατικό μήνυμα των Τριών Ιεραρχών και η εποχή μας
Οι Τρεις Ιεράρχες τάραξαν τα νερά της εποχής τους και άφησαν παρακαταθήκες με αιώνια αξία. Θλίβεται κανείς όταν βλέπει την αναγνώριση του επιστημονικού τους έργου σε παγκόσμια κλίμακα από τη μια μεριά και από την άλλη, την άγνοια ή ακόμα και την απαξίωση που υπάρχει γι’ αυτούς στην πατρίδα μας. Λίγα μόλις χρόνια μετά το θάνατό τους τα κείμενά τους μεταφράζονται στα Λατινικά και με την πάροδο του χρόνου σε όλες τις ευρωπαϊκές γλώσσες. Στη Δύση αλλά και παγκοσμίως δεν είναι λίγοι οι ερευνητές από το χώρο της Ιατρικής, της Κοινωνιολογίας, των Πολιτικών Επιστημών, της Παιδαγωγικής, της Φιλοσοφίας, της Θεολογίας και της Ψυχολογίας που μελέτησαν το έργο των Πατέρων της Εκκλησίας τονίζοντας την αξία του. Ιδιαίτερα σημαντική ήταν η επίδραση του συγγραφικού του έργου στους Ευρωπαίους επιστήμονες κυρίως των ανθρωπιστικών σπουδών από την εποχή της Αναγεννήσεως μέχρι σήμερα.
Ενδεικτικά, αναφέρουμε ότι τα έργα του Μεγάλου Βασιλείου άρχισαν να διδάσκονται στο Πανεπιστήμιο των Παρισίων το 16ο αιώνα, το δε πόνημά του: «Προς του νέους…» απέκτησε τόσους θαυμαστές στη Δύση, που εντός 50 ετών (1449-1500) γνώρισε 20 εκδόσεις. Τα Άπαντά του, έχουν εκδοθεί στα Γερμανικά από το 1776. Είναι ευτύχημα ότι τα τελευταία χρόνια και στην πατρίδα μας έχει αρχίσει μια προσπάθεια ανακάλυψης του έργου των Τριών Ιεραρχών και στο θεολογικό χώρο, αλλά και πέρα απ’ αυτόν, πράγμα πολύ ελπιδοφόρο.
Είναι αξιοπρόσεκτο ότι την επιστημονική τους κατάρτιση οι Τρεις Ιεράρχες δεν τη χρησιμοποίησαν για ατομική προβολή, αλλά για να προσφέρουν στον αδερφό τους.
Ο Βασίλειος, γιατρός ο ίδιος, ιδρύει τη γνωστή σε όλους μας Βασιλειάδα μια «πόλη φιλανθρωπίας». Εκεί οργανώνει το πρώτο δημόσιο νοσοκομείο, στο οποίο υπάρχουν κατοικίες γιατρών, νοσηλευτικού προσωπικού και ειδικές πτέρυγες για λεπρούς και πάσχοντες από επιδημικές ασθένειες. Μας γίνεται γνωστό από τα κείμενα ότι ο ίδιος παρότι καταγόταν από αριστοκρατική οικογένεια «έδινε το χέρι στους λεπρούς, τους φιλούσε αδελφικά και τους φρόντιζε ο ίδιος προσωπικά». Συνιστούσε μάλιστα στους επισκόπους της δικαιοδοσίας του, την ίδρυση παρόμοιων με την Βασιλειάδα ιδρυμάτων. Σιγά-σιγά οργάνωσε ένα δίκτυο υπηρεσιών υγείας σε ολόκληρη τη Μικρά Ασία.
Ο Χρυσόστομος που σπούδασε κι αυτός γιατρός χτίζει πολλά νοσοκομεία στην Κωνσταντινούπολη, στα οποία όπως και ο Βασίλειος περιποιείται ο ίδιος τους ασθενείς.
Η επιστημονική έρευνα έχει καταδείξει ότι ο Βασίλειος και ο Χρυσόστομος είναι ουσιαστικά οι εμπνευστές ενός δημόσιου συστήματος υγείας που με την πάροδο του χρόνου απλώνεται σε ολόκληρη την Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Η αγάπη για τους Πατέρες, δεν είναι θεωρητικό κατασκεύασμα, έχει κόστος. Είναι πράξη που απαιτεί υπευθυνότητα και διάθεση για διαρκή προσφορά.
Οι Τρεις Ιεράρχες στηρίζουν με κάθε τρόπο τους φτωχούς, τους κυνηγημένους και τους απροστάτευτους της εποχής τους. Θεωρούν αυτονόητο να θυσιαστούν για τον κάθε έναν από αυτούς. Η περιθωριοποίηση των κοινωνικά αδύνατων δεν συνάδει με το ορθόδοξο ήθος. Κάθε άνθρωπος αποτελεί ανεπανάληπτη προσωπικότητα, είναι εικόνα του Θεού. «Με ποιο δικαίωμα» αναρωτιέται ο Χρυσόστομος «μπορεί κανείς να περιφρονεί εκείνους τους οποίους ο Θεός τόσο τιμά ώστε τους δίνει το Σώμα και το Αίμα του Υιού του». Η επιμονή του μάλιστα να κτίσει το λεπροκομείο, όχι σε κάποια υποβαθμισμένη περιοχή της Κωνσταντινούπολης, αλλά στην πλουσιότερη συνοικία έξω απ’ την πόλη, εκεί που ζούσαν μεγάλοι γαιοκτήμονες και οι οποίοι έβλεπαν την οικονομική αξία των πολυτελών οικημάτων να μειώνεται λόγω της γειτνίασης με το κτήριο αυτό, αποτέλεσε και την αφορμή για την οριστική δίωξή του, που θα τον οδηγούσε στην εξορία και στο βασανιστικό θάνατο.
Στο μεγάλο λιμό που έπληξε την περιοχή του ο Βασίλειος στηλιτεύει τη δράση των μαυραγοριτών, που θέλουν να πλουτίσουν σε βάρος των λιμοκτονούντων συμπατριωτών τους, οργανώνει συσσίτια για όλο το λαό προσφέροντας βοήθεια χωρίς καμιά διάκριση σε χριστιανούς, ειδωλολάτρες, Ιουδαίους και αιρετικούς σώζοντας χιλιάδες από βέβαιο θάνατο. Άλλοτε παρακαλώντας, και άλλοτε με δυναμικό τρόπο ζητάει από τους άρχοντες την απαλλαγή των φτωχών από τη φορολογία, ενώ δεν παραλείπει να παρέμβει για τα συμφέροντα των εργαζομένων στα ορυχεία του Ταύρου.
Ο Χρυσόστομος μόλις ανέρχεται στον Αρχιεπισκοπικό θρόνο της Κωνσταντινούπολης, πουλάει τα πολυτελή σκεύη και έπιπλα της Αρχιεπισκοπής χάρη των παλαιών και νέων φιλανθρωπικών ιδρυμάτων. Διακόπτει άμεσα τη διοργάνωση επίσημων και πλούσιων δείπνων στο χώρο της Αρχιεπισκοπής και με τα χρήματα που εξοικονομεί οργανώνει συσσίτια για 7.000 φτωχούς καθημερινά, χωρίς υπολογίζονται σε αυτό το νούμερο οι ξένοι και αυτοί που για κάποιο διάστημα βρισκόντουσαν στην πόλη. Υποστηρίζει κάθε έναν που αδικείται από την πολιτική εξουσία φτάνοντας στο σημείο να συγκρουστεί με την αυτοκράτειρα, όταν εκείνη καταπατά το κτήμα μιας φτωχής χήρας. Ο ίδιος ζει λιτά και ασκητικά, όπως αρμόζει σ’ έναν ιεράρχη, προκαλώντας το θαυμασμό του απλού λαού, αλλά και την περιφρόνηση των πλούσιων και κοινωνικά ισχυρών αντιπάλων του. Ανυποχώρητος στα πιστεύω, του δεν αρέσκεται στον να συγκαλύπτει νοσηρές καταστάσεις μέσα στον εκκλησιαστικό χώρο. Δε διστάζει να καθαιρέσει μεγάλο αριθμό επισκόπων με την κατηγορία του χρηματισμού κατά την άσκηση της ιεροσύνης. Αντιμετωπίζει δραστικά το σκανδαλισμό που προκαλούσαν στου πιστούς με τον πολυτελή βίο τους, απερίσκεπτοι κληρικοί και α-μόναχοι μοναχοί. Η θέση των μοναχών κατά τον ιερό Πατέρα είναι στα μοναστήρια τους, όχι σε κοσμικές εκδηλώσεις και δεξιώσεις επισήμων, που οδηγούν σε σχέσεις διαπλοκής με την έκαστε εξουσία, γι’ αυτό το λόγο και επέβαλε την παραμονή τους στις μονές.
Οι Τρεις Ιεράρχες ζητάνε από τους χριστιανούς της εποχής τους, να ανακαλύψουν την αυθεντική θρησκευτικότητα, αυτή που απελευθερώνει τον άνθρωπο, μακριά από δεισιδαιμονίες, προλήψεις και φοβίες. Ενδιαφέρονται για την ερμηνεία των Γραφών, βοηθώντας έτσι τους χριστιανούς όχι μόνο της εποχής τους αλλά και διαχρονικά στην κατανόηση και εμπέδωση των ιερών κειμένων. Οφείλουμε να αναφέρουμε ότι ο Χρυσόστομος θέλοντας να είναι ακριβής στο έργο της ερμηνείας της Βίβλου κάνει 7.000 παραπομπές στην Παλαιά και 11.000 στην Καινή Διαθήκη. Οποιοσδήποτε από τους παρόντες έχει ασχοληθεί με στοιχειώδη επιστημονική έρευνα κατανοεί το μέγεθος του παραπάνω εγχειρήματος.
Άνθρωποι με ανοιχτούς πνευματικούς ορίζοντες, οι Πατέρες της Εκκλησίας τονίζουν κατ’ επανάληψιν στα κείμενά τους την αξία της αρχαίας ελληνικής παιδείας. Ο Γρηγόριος αντιδρώντας στις απόψεις κάποιων ακραίων και φοβικών χριστιανών, που αρνούνταν τη μελέτη της κλασικής παιδείας, υποστηρίζει πως είναι «αγροίκοι και αγράμματοι», όσοι δε δέχονται την αξία της. Αποκαλεί την πόλη των Αθηνών που ήταν κέντρο σπουδής του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού, «Χρυσή Αθήνα των Γραμμάτων».
Οι Τρεις Ιεράρχες δεν ήθελαν τους χριστιανούς νέους ανθρώπους χωρίς κριτική σκέψη, χωρίς ευρύτητα γνώσεων, χωρίς γενικότερο προβληματισμό. Τους ήθελαν μέσα στην κοινωνία και τη ζωή, μετόχους των κοινωνικών ανησυχιών και φιλοσοφικών ρευμάτων. Ο Χρυσόστομος τους προτείνει να σπουδάσουν πρώτα στα δημόσια ειδωλολατρικά σχολεία κι όχι στα μοναστήρια, ενώ ο Μ. Βασίλειος στέλνει στον εθνικό Λιβάνιο φτωχούς χριστιανούς νέους για να σπουδάσουν κοντά του, ενώ δεν χάνει ευκαιρία να υμνήσει την αξία της φιλοσοφίας και της προσφοράς της στη διατύπωση των χριστιανικών δογμάτων.
Και οι τρείς αντιδρούν σε μια επιφανειακή πνευματικότητα, σε ένα ακίνδυνο χριστιανισμό, σε μια πίστη που τυφλώνει και σε μια εκκλησία που δεν είναι η οδός της αληθινής σωτηρίας και ζωής, αλλά ένα μέσο στα χέρια των ισχυρών για τη χειραγώγηση και εκμετάλλευση ανθρώπων και λαών. Οι Τρεις Ιεράρχες δεν μπορούν να συμβιβαστούν με την υποκρισία των βολεμένων χριστιανών: «ξέρω πολλούς», λέει ο Χρυσόστομος, «που νηστεύουν και προσεύχονται και στενάζουν, επιδεικνύοντας κάθε λογής αδάπανη ευλάβεια. Ενώ ούτε ένα οβολό δε δίνουν στους θλιβόμενους. Τι κέρδος έχουν από την υπόλοιπη αρετή τους; Γι’ αυτούς η βασιλεία των ουρανών είναι κλειστή». Και ο Γρηγόριος συμπληρώνει: «Μη τεντώνεις τα χέρια σου στον ουρανό αλλά στα χέρια των φτωχών. Αν εκτείνεις τα χέρια σου στα χέρια των φτωχών έπιασες την κορυφή του ουρανού».
Ο γνωστός σε όλους ΄Εριχ Φρομ στο βιβλίο του «Να έχεις ή να είσαι» προβάλλει τις απόψεις των Πατέρων για την κοινοκτημοσύνη αξιολογώντας τες θετικά. Για τους Τρεις Ιεράρχες το πρόβλημα της ανισοκατανομής των αγαθών δεν αποδίδεται στο θέλημα του Θεού, ούτε σε φυσικές αιτίες και τυχαία γεγονότα αλλά σε συγκεκριμένες ενέργειες αυτών που κατέχουν την εξουσία και τον πλούτο. «Οι κοινωνικές ανισότητες δεν είναι θέλημα Θεού», λέει ο άγιος Γρηγόριος «ο Θεός δημιούργησε τον άνθρωπο ελεύθερο… Με την πτώση θρυμματίστηκε η αρχική ενότητα και ισοτιμία μεταξύ των ανθρώπων, οι θρασύτεροι με τη βοήθεια του πολιτικού νόμου, τον οποίο κατέστησαν όργανο καταδυναστεύσεως, επιβλήθηκαν στους ασθενέστερους και έτσι οι άνθρωποι χωρίστηκαν σε πλούσιους και φτωχούς, ελεύθερους και δούλους και σε πολλές άλλες κατηγορίες. Εμείς όμως, σαν χριστιανοί οφείλουμε να αποβλέπουμε και να τείνουμε στην αρχική ενότητα και όχι στην κατοπινή διαίρεση, στο νόμο του Θεού και όχι στο νόμο του ισχυρού», (Περί φιλοπτωχίας PG 35, 892 Α-Β). Είναι πασιφανές ότι ο νόμος του Θεού, δηλαδή ο νόμος της αγάπης, της ισότητας, της ελευθερίας της ειρήνης, δεν έχει τίποτα κοινό με το νόμο των ισχυρών κάθε εποχής.
Ο Μέγας Βασίλειος γίνεται πολύ παραστατικός όταν θέλει να αναφερθεί στην αδικία και την αρπαγή του πλούτου από τους κοινωνικά δυνατούς, ανατρέποντας μάλιστα με τα λεγόμενά του τις κοινωνικά αποδεκτές αντιλήψεις περί κλοπής: «συνήθως» λέει «χαρακτηρίζονται κλέφτες αυτοί που κλέβουν πορτοφόλια από τα λουτρά. Δεν είναι όμως αυτοί οι πραγματικοί κλέφτες… αλλά κάποιοι…που αποτελούν τις πολιτικές αρχές πόλεων και εθνών, άλλα αφαιρούν κρυφά, άλλα παίρνουν φανερά με τη βία… Κοινωνοί της κλοπής όμως γίνονται κι αυτοί που θεωρούνται άρχοντες της Εκκλησίας, όταν παίρνουν απ’ αυτούς χρήματα…», για οποιουσδήποτε λόγους. «Αντί να τους ελέγχουν και να τους νουθετούν…εύκολα τους απλώνουν το χέρι και του μακαρίζουν…και τους αδύνατους τους μισούν για τις πράξεις αυτές ενώ τους άλλους που είναι μεγάλοι κλέφτες τους θαυμάζουν».
Ο Μέγας Βασίλειος και ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος θεωρούν ότι η κοινοκτημοσύνη είναι η λύση του κοινωνικού προβλήματος και προτείνουν την πρωτοχριστιανική κοινότητα των Ιεροσολύμων όπου όλα ήταν κοινά, σαν πρότυπο για μια δίκαιη κοινωνική οργάνωση των χριστιανικών κοινωνιών, (PG 31, 325 Α-Β). O Μακ. Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας κ. Αναστάσιος αναφέρει για τους Τρεις Ιεράρχες: «η γλώσσα τους αποκτά μια μοναδική οξύτητα όταν κηρύσσουν την ισότητα και την αδελφοσύνη όλων των ανθρώπων. Αφύσικα βλέπει» φωνάζει ο Μέγας Βασίλειος όποιος κάνει διακρίσεις μεταξύ των ανθρώπων. Είναι «άθεοι» ή «παράλογοι» και οπωσδήποτε «λωποδύτες» αυτοί που θησαυρίζουν σε βάρος των άλλων και κρατούν τα πλούτη τους για αποκλειστική τους χρήση». Ο Χρυσόστομος ακολουθώντας τον Απόστολο Παύλο χαρακτηρίζει την πλεονεξία των πλουσίων ως ειδωλολατρία, (PG 2,123).
Οι Τρείς Πατέρες πιστεύουν ξεκάθαρα πως η μανία του πλούτου και τα συμφέροντα των ισχυρών ευθύνονται για την κατάντια των κοινωνιών, για την πείνα, την εγκατάλειψη, τους πολέμους. «Οι πόλεμοι» γράφει ο Χρυσόστομος «γίνονται από τον έρωτα για τα χρήματα», ενώ ο Βασίλειος διερωτάται «έως πότε θα κυβερνά ο πλούτος που είναι η αιτία του πολέμου; Οι εξοπλισμοί» συμπληρώνει «γίνονται για την απόκτηση του πλούτου» (Ε.Π.Ε. 6,312). Ο Γρηγόριος ο Θεολόγος, συμπληρώνοντας τον προβληματισμό του Μ. Βασιλείου λέει: «Μητέρα των πολέμων είναι η πλεονεξία, οι πόλεμοι με τη σειρά τους γεννούν την υψηλή φορολογία, που είναι η αυστηρότητα καταδίκη των πολιτών», (ΒΕΠ 59, 141).
Λόγια ξεκάθαρα και αληθινά. Λόγια που η αιώνια αξία τους αποδεικνύεται διαρκώς μέσα στην ιστορία. Θα αναφέρω ενδεικτικά δύο παραδείγματα από την εποχή μας για του λόγου το αληθές. Το πρώτο: η περυσινή έκθεση της Διεθνούς Αμνηστίας για το 2007 και την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στον κόσμο μας πληροφορεί ότι 22 δις δολάρια κατά μέσο όρο δαπανώνται κάθε χρόνο για όπλα από χώρες της Ασίας, της Μέσης Ανατολής, της Λατινικής Αμερικής και της Αφρικής. Με αυτά τα χρήματα οι συγκεκριμένες χώρες θα είχαν τη δυνατότητα να εξασφαλίσουν σε κάθε παιδί μια θέση στο σχολείο και να μειώσουν την παιδική θνησιμότητα κατά δύο τρίτα μέχρι το 2015. Το δεύτερο: το κόστος 216 Τόμαχοκ που εξαπολύθηκαν στον πόλεμο κατά του Ιράκ σε μια μόνο ημέρα (19/1/1990) αρκούσαν να θρέψουν με τρόφιμα το λαό της Αιθιοπίας για έξι μήνες.
Σε μια εποχή που η γυναίκα βρισκόταν στο κοινωνικό περιθώριο οι Πατέρες αναλαμβάνουν την υπεράσπισή της και αγωνίζονται σθεναρά να της δώσουν τη θέση που της αρμόζει στην κοινωνία Είναι γνωστή σε όλους μας η θέση του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου 17 αιώνες πριν την εποχή μας όταν στιγμάτιζε, τη μεροληπτική υπέρ των ανδρών νομοθεσία του κράτους. Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος ερχόμενος σε ρήξη με τις ανδροκρατικές αντιλήψεις της εποχής του, επιλέγει ως πρώτη μεταξύ των συνεργατών του μια γυναίκα, τη μετέπειτα Αγία Ολυμπιάδα η οποία αναδεικνύεται σε ηγέτιδα του χριστιανικού κοινωνικού έργου.
Η παιδεία κατά τους Τρείς Ιεράρχες πρέπει να αποτελεί δρόμο απελευθέρωσης προσωπικής και κοινωνικής, όχι διαδικασία εξαναγκασμού και ανελευθερίας. Ο Ιωάννης Χρυσόστομος θεωρεί ότι πρωτεύοντα ρόλο στην εκπαιδευτική διαδικασία παίζει η προσωπικότητα του δασκάλου καθώς επίσης και η σχέση του με τους μαθητές. Η σχέση δάσκαλου-μαθητή πρέπει να είναι μια σχέση αγάπης και αλληλοσεβασμού. Το να αγαπά ο δάσκαλος το μαθητή και να αγαπιέται από αυτόν, «το φιλείν και φιλείσθαι» όπως ακριβώς λέει, είναι το στοιχείο εκείνο που βοηθάει ουσιαστικά να γίνει αποδοτική η διδασκαλία. Ο καλός δάσκαλος κατά τον Χρυσόστομο εμπνέει, προσελκύει και πείθει, (MG. 57327 ) Δεν είναι εγωιστής ούτε αλαζόνας, δε διακρίνεται για το εξουσιαστικό του ύφος, έχει πνεύμα μαθητείας, δεν περιαυτολογεί. Είναι ταπεινός έχοντας συναίσθηση των ατελειών και αδυναμιών του. Γνωρίζει καλά «ότι η επιείκεια είναι πιο δυνατή από τη βία», (MG. 57,61 ).
Ο παιδαγωγός πρέπει να επιδεικνύει δημοκρατικό πνεύμα και να σέβεται τη γνώμη των μαθητών του, ( MG. 60,35-36 ). Απέναντι τους να είναι απλός, ειλικρινής, απονήρευτος, άδολος. Να αποφεύγει την ειρωνεία και την υποκρισία. (MG. 61,404-406 ). Οι δάσκαλοι κατά τον Άγιο Πατέρα δεν πρέπει να είναι φορτικοί και πιεστικοί αλλά φιλόστοργοι. (MG. 62,402-403 ). Οφείλουν να υπερβάλλουν σε φιλοστοργία τους φυσικούς πατέρες. «Ο λόγος (του δασκάλου)», λέει ο Χρυσόστομος πρέπει να είναι «λόγος ανθρώπου που διδάσκει μάλλον παρά ελέγχει, που παιδαγωγεί παρά τιμωρεί, που βάζει τάξη παρά που διαπομπεύει, που διορθώνει παρά που επεμβαίνει στη ζωή του άλλου (του μαθητού)», (MG. 61 593-594).
Τα βασικά στοιχεία της αληθινής παιδείας για τους Τρεις Ιεράρχες είναι: η αγάπη, η ελευθερία και ο σεβασμός του ανθρώπινου προσώπου. Και οι τρεις τονίζουν πως η σχέση παιδαγωγού μαθητή είναι μια σχέση ελευθερίας και δημιουργίας. Ο διάλογος είναι το καλύτερο μέσο για να επιτευχθεί ο σκοπός της αγωγής. Η εξουσιαστικότητα και ο δογματισμός όχι μόνο δείχνουν έλλειψη αγάπης, (M.G. 62,404), αλλά και δε φέρνουν κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα. Ο εκπαιδευτικός οφείλει πρώτιστα να σέβεται το δώρο της ελευθερίας που χάρισε ο δημιουργός στα παιδιά και να μη φυλακίζει τις ανησυχίες τους, αλλά να ανοίγει δρόμους.
Με απλά λόγια οι Τρεις Ιεράρχες υποστηρίζουν πως η Παιδεία πρέπει να είναι στην υπηρεσία του ανθρώπου και όχι του συστήματος, όπως δυστυχώς έχει καταντήσει στις μέρες μας. Σήμερα σε ολόκληρο τον κόσμο η Παιδεία είναι κατευθυνόμενη, γι’ αυτό και αποτυχημένη. Οι νέοι-ες κατευθύνονται σύμφωνα με τις ανάγκες του συστήματος κάθε χώρας. Ενδεικτικό είναι το γεγονός σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία ότι μόνο ένας στους πέντε νέους κατάφερε να εισαχθεί στη σχολή των ονείρων του την προηγούμενη χρονιά. Το ζητούμενο, δυστυχώς στις μέρες μας δεν είναι να φτιάξουμε ελεύθερους ανθρώπους, με συγκροτημένη προσωπικότητα, υπεύθυνους, έτοιμους να σταθούν κριτικά σε ό,τι αλλοιώνει την ομορφιά της ζωής, αλλά εξαρτήματα για να λειτουργήσει καλά η μηχανή της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας. (Είμαι εξάρτημα εγώ της μηχανής σας και ο γιος μου ανταλλακτικό). Οι περισσότεροι νέοι δεν προχωρούν στις σπουδές τους σε ότι αυτοί ονειρεύονταν και επέλεξαν, δε σπουδάζουν για να ξεδιψάσουν τις ψυχές τους, για να ζήσουν, αλλά για να ενταχθούν εκεί που το απαιτούν οι ανάγκες του συστήματος με απώτερο σκοπό να βοηθήσουν στην ανάκαμψη των «δεικτών της παραγωγικότητας». Η παιδεία όμως δεν πρέπει να αποβλέπει ούτε στην παραγωγικότητα, ούτε στις όποιες ανάγκες του κράτους, οφείλει να οδηγεί τους νέους στην ανακάλυψη του μυστηρίου της ζωής, στην κατάκτηση της ελευθερίας, στα μονοπάτια της αναζήτησης της αλήθειας, στη μύησή τους στην παράδοση του τόπου τους και στον πολιτισμό, στη μεταμόρφωσή τους. Άραγε πόσοι από τους μαθητές, για παράδειγμα, της Λέσβου, ακόμη κι απ’ αυτούς που έχουν πετύχει στις καλύτερες πανεπιστημιακές και πολυτεχνικές σχολές έχουν μυηθεί στην ποίηση του Οδυσσέα Ελύτη;
Όπως ωραία λέει ο Χρήστος Γιανναράς, όσοι κάνουν τους σχεδιασμούς για την παιδεία δείχνουν πως δεν τους ενδιαφέρει « η κατά κεφαλήν καλλιέργεια αλλά το κατά κεφαλήν εισόδημα». Συνεχίζουμε να εγκληματούμε σε βάρος των νέων ανθρώπων. Ξεκόψαμε τη γνώση από τη ζωή, τον έρωτα, την ομορφιά. Υποτάξαμε την αγάπη στην αναγκαιότητα και γι’ αυτό αποτύχαμε. Για όποιον αμφιβάλει γι’ αυτή την αποτυχία, παραπέμπω στην πρόσφατη έρευνα του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων για τους νέους όπου τα συμπεράσματά της μας αποκαλύπτουν ότι το 20% των Ελλήνων μαθητών ηλικίας 15 ως 18 ετών υποφέρει από κατάθλιψη, στις κοπέλες μάλιστα το ποσοστό φτάνει στο 30%. Στις μέρες μας η παιδεία έχει δώσει τη θέση της σε μια μονοδιάστατη, γι’ αυτό και άρρωστη εκπαίδευση. Για να επιτευχθούν οι στόχοι της, όλοι (γονείς, μαθητές, εκπαιδευτικοί) μπαίνουν σε καλούπια από νωρίς. Μια άλλη έρευνα έδειξε ότι το 97% των γονέων που έχουν παιδιά στο δημοτικό σχολείο απαιτούν πρώτιστα από αυτά την άριστη βαθμολογία. Το δόγμα παιδείας ειδικά στα Λύκεια, δηλαδή την εποχή που η ψυχή του νέου πάει να ανθίσει, είναι «να βγει η ύλη». Όλα θυσιάζονται εκεί. Η πίεση αφόρητη στους εκπαιδευτικούς που ζουν την τραγικότητα της μετατροπής τους, από φορείς γνώσης και ζωής σε απλούς διεκπεραιωτές ύλης ενώ τα παιδιά μας στην ηλικία που διψάνε για ζωή και αλήθεια περιορίζονται στο να μετατραπούν σε ζωντανά λυσάρια φυσικής, χημείας, μαθηματικών, αρχαίων, κλπ.
Στη σημερινή εκπαίδευση της ισοπέδωσης, φτάσαμε ακόμη και η έκθεση ιδεών, το μάθημα που ο μαθητής υποτίθεται ελεύθερα καταθέτει τις ιδέες του, να ταυτίζεται με ένα φροντιστηριακό δίωρο. Ο μαθητής αφού πληρώσει αδρά ζει την τραγωδία του να μαθαίνει «τι πιστεύει» και πως «πρέπει να το εκθέσει» ούτως ώστε να «πετύχει». Ζητάμε δηλαδή από τον νέο άνθρωπο να αρνηθεί την προσωπικότητά του, να γίνει κάτι «άλλο» για να κατορθώσει να θεωρηθεί επιτυχημένος. Σε μια κοινωνία πνιγμένη στον ατομικισμό, στις αξίες του εύκολου κέρδους, σε μια κοινωνία που προοδεύει όποιος διακρίνεται όχι για τις γνώσεις του αλλά για την ευλυγισία της μέσης του, τις γνωριμίες του, τα «κονέ» του που λένε οι νέοι, σε μια κοινωνία, στην οποία οι αξίες που προτείνονται στη νέα γενιά είναι ο καριερισμός, η βαθμοθηρία και αργότερα το μικροαστικό βόλεμα τι μπορούμε να περιμένουμε; Εμείς οι μεγαλύτεροι πνιγμένοι στις ανασφάλειές μας θέλουμε γενιές βολικών και βολεμένων, ανθρώπους που δεν είναι έτοιμοι να ρισκάρουν, ούτε να θυσιαστούν για τίποτα. Ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ έλεγε: «αυτός που δεν είναι έτοιμος να πεθάνει για κάτι, δεν αξίζει να ζει». Προτείνουμε στους νέους την κοινωνία του «φαίνεσθαι», του «πρεστίζ». Το παν, είναι το προσωπείο. Η εικόνα μας προ τα έξω. Ξεχάσαμε ότι η αξία δεν βρίσκεται στο προσωπείο, αλλά στο πρόσωπο. Έτσι οι νέοι άρχισαν να μαζεύουν προσωπεία. Πώς να επιβιώσεις διαφορετικά. Στο βάθος ακούγεται η κραυγή αυτών που παλεύουν και διψάνε για ζωή. «Φανέρωσέ μας τη μάσκα που κρύβεις κάτω από τη μάσκα που φοράς», λέει το τραγούδι. Θέλει δρόμο για να φτάσεις στο πρόσωπο, στην επικοινωνία, στη συνάντηση. Θέλει ψυχή.
Η αγάπη, λέει ένας άγιος της Εκκλησίας μας, είναι πιο γλυκιά και από τη ζωή. Προσφέρουμε σήμερα παιδεία αγάπης; Όχι. Τότε πως θέλουμε παιδεία ζωής; Η παιδεία για να είναι πετυχημένη πρέπει να μιλά στις ψυχές, να τις κάνει να χαίρονται, να ονειρεύονται, να δημιουργούν. Να είναι όπως προτείνουν οι Τρεις Ιεράρχες «δρόμος απελευθέρωσης και όχι διαδικασία εξαναγκασμού και ανελευθερίας». Αν θέλουμε να τιμήσουμε τους Τρεις Ιεράρχες δε χρειάζεται να το κάνουμε μέσα από ακίνδυνες τυπικές γιορτές. Απαιτείται μελέτη του έργου τους, της προσφοράς τους, αλλά κυρίως η μίμηση της στάσης ζωής τους.
Ομιλία για τους τρεις ιεράρχες - Greek school Wiki
Οι τρεις Ιεράρχες υπήρξαν για το γένος μας σοφοί δάσκαλοι. Και δάσκαλος, όπως έλεγε ο πανεπιστημιακός καθηγητής Αλέξ.Δελμούζος σημαίνει φως, και το φως όπως όλοι ξέρουμε καθιστά τα αντικείμενα ορατά. Μεταφορικά η λέξη φως σημαίνει γνώσεις, παιδεία, καλλιέργεια, σοφία, γεώργηση του όλου ανθρώπου, για να πορευθεί προς την τελειότητα, τη Θέωση. Ο δάσκαλος ο αληθινός, δεν μεταδίδει μόνο γνώσεις, δεν είναι μονάχα τεχνοκράτης, αλλά είναι κυρίως παιδαγωγός. Και παιδαγωγός είναι το πρόσωπο που με την προσφορά του ασκεί σημαντική επίδραση στα διδακτικά του υποκείμενα, διαμορφώνοντας αντιλήψεις και στάσεις ζωής. Είναι αυτός που με τις πνευματικές του μεθόδους διαπλάθει το χαρακτήρα και τη συμπεριφορά των μαθητών του. Μ'ένα λόγο διαπαιδαγωγεί το μαθητή του να μορφώσει ηθική συνείδηση και ανθρωπιά. Οι δάσκαλοι και η οικογένεια είναι το θερμοκήπιο της αρετής. Και οι τρεις Ιεράρχες υπήρξαν δάσκαλοι της Ρωμιοσύνης και γενικότερα της οικουμένης, γιατί τα διαπαιδαγωγητικά τους ρήματα έχουν διαχρονική αξία.
Όπως είναι γνωστό, για να αποτιμηθεί ένα οποιοδήποτε πνευματικό έργο πρέπει να γνωρίζουμε τις συνθήκες της εποχής που έγινε το έργο, δηλαδή να γνωρίζουμε το κοινωνικοπολιτικό περιβάλλον όπου έζησε και έδρασε ο δημιουργός. Οι τρεις Ιεράρχες, τα μεγάλα αυτά πνευματικά αναστήματα, αυτοί οι πυλώνες της ορθοδοξίας μας, έζησαν τον 4ο μ.Χ. αιώνα, σε μια εποχή όπου το νεοσύστατο βυζαντινό κράτος, βρισκόταν στην αρχή της πολιτειακής του διάρθρωσης. Αποτελούσε δηλαδή αδιάσπαστη συνέχεια της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, γι' αυτό και λεγόταν Ανατολικό Ρωμαϊκό κράτος. Το Βυζάντιο πληθυσμιακά συγκροτούνταν από φυλετική πανσερμία. Πλήθος λαών το δομούσαν: Έλληνες, Αρμένιοι, Αιγύπτιοι, Εβραίοι, Σύριοι, Φρύγες, Καππαδόκες. Αυτό λοιπόν το πολυπολιτισμικό πολιτειακό μόρφωμα για να εξελληνίσθει και να εκχριστιανιστεί απαιτούσε αγώνες και θυσίες. Και ακόμη αυτό το νεοπαγές κρατικό μόρφωμα για να μετεξελιχθεί αντιμετώπιζε δεινές εσωτερικές συγκρούσεις. Το παλιό, που εκπροσωπούσε η ρωμαϊκή κουλτούρα, και το νέο, που εξέφραζε η χριστιανική κουλτούρα.
Σε αυτόν τον κρατήρα της κοινωνικής μετάλλαξης έζησαν οι άγιοι τρεις Ιεράρχες. Οι τρεις μεγάλες μορφές της Ορθόδοξης Θεολογίας αναλώθηκαν στη διακονία της νέας κουλτούρας. Και ξέρουμε τι αγώνας τιτάνιος απαιτείται για τέτοιες κοινωνικές και πολιτισμικές αλλαγές. Πάγια νομοτέλεια της κοινωνίας είναι το παλιό να αντιμάχεται λυσσαλέα το καινούργιο. Είναι γνωστό ότι δεν αλλάζει εύκολα ρότα προσανατολισμού το κοινωνικό γίγνεσθαι. Και όμως οι τρεις Ιεράρχες χάρη στη βαθιά τους πίστη στο Χριστό, στην ελληνομάθειά τους και στην αρχαιομάθειά τους δηλ. στη βαθιά γνώση του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού, που τον σπούδασαν στα πανεπιστημιακά έδρανα της Αθήνας και μάλιστα ο Γρηγόριος έγινε και πανεπιστημιακός δάσκαλος, με τέτοια στέρεη πνευματική αρματωσιά, κατάφεραν να ζυμώσουν μια νέα πολιτισμική κουλτούρα. Πήραν από τη βρυσομάνα των κλασσικών μας γραμμάτων ό,τι διαχρονικό είχε και το σύζευξαν με τα ευαγγελικά μηνύματα. Από τη σύζευξη αυτή γεννήθηκε ένα νέο πολιτισμικό μόρφωμα ο ελληνοχριστιανικός πολιτισμός, που στάθηκε αργότερα το στέρεο υπόβαθρο του δυτικού πολιτισμού.
Ας δούμε τώρα πολύ σύντομα βέβαια το έργο των τριών Ιεραρχών για να βγάλει ο καθένας μας αβίαστα τα συμπεράσματα του για το πόσο πολύτιμοι στάθηκαν για το γένος μας και τον πολιτισμό μας.
Ο Χρυσόστομος
ορφάνεψε από τα γεννοφάσκια του. Παρά την ορφάνια του και τη φτώχεια του μπόρεσε χάρη στη μητέρα του την Ανθούσα να σπουδάσει φιλοσοφία, νομικά, ρητορική και θεολογία. Να αποκτήσει δηλαδή στέρεη πνευματική θωράκιση. Ακούστε δειγματοληπτικά μερικές από τις πάγιες θέσεις του. Το δράμα της φτωχολογιάς τον συγκλονίζει. Αρνείται τη διάκριση πλούσιων και φτωχών. Εξεγείρεται για όλους τους κατατρεγμένους προκειμένου να βρούν τα δίκαια τους. Καταγγέλλει, δραστηριοποιείται για να ανακουφίσει του πάσχοντες. Στις μέρες του η εκκλησία της Κωνσταντινούπολης τρέφει 7.000 φτωχούς. Εκφωνεί πύρινους λόγους. Ακούστε τι κηρύττει: "Δεν είναι με κανένα τρόπο δυνατό να γίνεται κάποιος πλούσιος χωρίς να αδικεί". Αν κάποιος πει ότι κληρονόμησε τον πλούτο από τον πατέρα του, πάλι με άδικα μέσα θα έχει πλουτίσει. Γιατί κληρονόμησε προϊόντα της αδικίας …" ,και αλλού λέγει: "Τα αγαθά ανήκουν στο Θεό και ό,τι προσφέρει ο Κύριος είναι κοινά …". Και συνεχίζει: "δικό μου και δικό σου, είναι λέξεις που δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα, γιατί τα πάντα από τον Χριστό τα έχουμε πάρει: Όταν τα θεωρείς κοινά, τότε είναι και δικά σου και του συνανθρώπου σου όπως ακριβώς είναι κοινός ο ήλιος και ο αέρας και η γη και όλα τα υπόλοιπα φυσικά αγαθά …".Τώρα θέλω να περιγράψω και μια άλλη διάσταση του Ιωάννη του Χρυστοστόμου: Όταν το 398, παρά τη θέλησή του, έγινε Αρχιεπίσκοπος Κων/πόλεως, πρώτο του έργο ήταν να ξεκαθαρίσει τον κλήρο από τα παράσιτα και κατόπιν να στηλιτεύσει τη σπατάλη και τη υλοφρονύση της εξουσίας. Η ελεγκτική του γλώσσα τον οδήγησε σε σύγκρουση με το παλάτι, τη φιλόδοξη αυτοκράτειρα Ευδοξία, η οποία με συμμάχους τους εχθρούς του, τον εξόρισε στα βάθη της Αρμενίας. Τρεις μήνες οδοιπορούσε κάτω από αφόρητο καύσωνα και τελικά πέθανε από εξάντληση στα Κόμανα του Πόντου. Τα στερνά του λόγια ήταν «Δόξα τῷ Θεῷ πάντων ἕνεκεν». Και σας ερωτώ: ποιος φιλόσοφος, ποιος πολιτικός, ποιος κοινωνιολόγος, ποιος κοινωνικός μεταρρυθμιστής είπε κάτι περισσότερο από την κοινωνική Θεολογία του Ιωάννη Χρυσοστόμου; που είναι Θεολογία επανάστασης, ενάντια σε εκείνους που αδικούν.
Και τώρα ας πάρουμε μια γεύση από τη δράση και τη διδασκαλία του Μ. Βασιλείου
Και αυτός είναι της ίδιας σχολής με τον Ιω.Χρ. και ίσως έχει πιο προωθημένες αντιλήψεις για την αναμόρφωση της κοινωνίας. Προσπαθεί να αναβιώσει την κοινοκτημοσύνη της πρώτης χριστιανικής κοινότητας των Ιεροσολύμων. Καταδικάζει την ατομική ιδιοκτησία, την αδικία, τον πλούτο. Κηρύσσει την ισοτιμία των ανθρώπων μεταξύ τους. Αρνείται ότι μπορεί κάποιος να είναι δούλος, εξ αιτίας των πολιτικών και κοινωνικών του πεποιθήσεων. Όλοι οι άνθρωποι είναι ομότιμοι μπροστά στο Θεό. Τα αγαθά προορίζονται για όλους τους ανθρώπους. Η υπέρβαση του μέτρου στις εκδηλώσεις της ζωής οδηγεί στον εγωισμό, στην πλεονεξία, στην κοινωνική αδικία και απανθρωπιά. Όπως δυστυχώς συμβαίνει και στις μέρες μας. Αυτό που κάνουν οι πλούσιοι να μαζεύουν τα αγαθά που είναι κοινά για όλους τους ανθρώπους, και να τα θεώρουν αποκλειστικά δικά τους, είναι αδικία. Και δίνει πρώτος το παράδειγμα: Όλη του την περιουσία τη διαθέτει στους φτωχούς και χτίζει την περίφημη Βασιλειάδα, ένα ολόκληρο κτιριακό συγκρότημα από νοσοκομείο, γηροκομείο, ορφανοτροφείο, σχολείο στα οποία η φτωχολογιά εύρισκε προστασία και οι ανήμποροι καταφύγιο. Κι όταν το 367 πλήττει την Καισάρεια μεγάλη πείνα ο Μ. Βασίλειος οργανώνει λαϊκά συσσίτια και στηλιτεύει τους μαυραγορίτες που πλουτίζουν, χωρίς αιδώ, χωρίς έλεος. Και τους λέγει: δεν έχετε το δικαίωμα να βάζετε το κέρδος πάνω από τον άνθρωπο. Πέρα όμως από αυτό ο μεγάλος αυτός πατέρας της Ορθοδόξου εκκλησίας, ήταν όπως λέμε σήμερα και ακτιβιστής οικολόγος. Ακούστε τι λέει για την μόλυνση του περιβάλλοντος, από την αλόγιστη εκμετάλλευση και φθορά του φυσικού πλούτου. Η κατασπατάληση των πηγών ενέργειας, χάριν του κέρδους άλλαξαν την φύση, και το κλίμα αλλόκοτα, δηλαδή αφύσικα, τροποποιήθηκε. Ακραία καιρικά φαινόμενα κάνουν την εμφάνισή τους: Δριμείς χειμώνες, αυξημένη υγρασία, καύσωνες, καταρρακτώδεις βροχές και ποικίλες άλλες μετεωρολογικές μεταλλάξεις προκαλούνται. Αυτές οι κλιματικές μεταβολές ξεπέρασαν τα φυσικά όρια και βλάπτουν και θανατώνουν τους ανθρώπους. Ποια είναι η αιτία της κλιματικής αυτής διαταραχής; Από πού προέρχονται τα καινοφανή αυτά κλιματικά φαινόμενα; Και απαντά ο ίδιος: "από την κατασπατάληση των φυσικών πόρων, χάριν του κέρδους". Ακούγοντας αυτές τις οικολογικές θέσεις του Μ. Βασίλειου δεν νομίζετε ότι ακούτε ανθρώπους της Γκριν-Πις (GreenPeace) του καιρού μας;Και τελειώνω με μια σύντομη αναφορά μου στην δράση μιας άλλης μεγάλης μορφής της Χριστιανοσύνης, τον Καππαδόκη και μελίρρυτο πατριάρχη Κων/πόλεως:
Τον Γρηγόριο το Θεολόγο
Γι’ αυτόν τον πρύτανη των Θεολόγων το Γρηγόριο έχω να πω τα εξής: Πρόκειται για χαρισματική μορφή. Θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους διανοητές των αιώνων και ίσως ο πρώτος από τους πιο αξιόλογους στοχαστές. Όποιος μελετήσει κείμενα του Γρηγορίου θα μείνει έκπληκτος για το ύψος της σκέψης του και το βάθος των συλλογισμών του. Πουθενά η προχειρότητα, το έωλο και το σαθρό. Ο λόγος του έχει τόση νοηματική πύκνωση που για να τον προσεγγίσεις απαιτείται υψηλή αυτοσυγκέντρωση. Δεινός χειριστής του προφορικού και του γραπτού λόγου. Κινείται με άνεση – με ευχέρεια – από την ομηρική μέχρι την αττική των ελληνιστικών χρόνων, και όταν γράφει ποίηση, ιδιαίτερα έμμετρη, χρησιμοποιεί και ομηρικούς τύπους. Όταν όμως απευθύνεται στο λαό χρησιμοποιεί τη γλώσσα της εποχής του, για να συγκινήσει το εκκλησιαστικό πλήρωμα. Ο Γρηγόριος θεωρείται ο λογοτεχνικότερος και χαριέστερος των πατέρων της εκκλησίας γιατί συνδυάζει τους νόμους της λογικής με τους κανόνες της αισθητικής. Στερεότητα λόγου με λεπτότητα έκφρασης. Τα κείμενα του θεωρούνται μνημειώδη και κλασσικά γι' αυτό το λόγο, όλοι οι υμνογράφοι της Εκκλησιαστικής μας ποίησης, όπως ο Ρωμανός ο μελωδός, ο Ιωάννης ο Δαμασκήνος και πολλοί άλλοι, τα χρησιμοποιούν σαν ανεξάντλητη πηγή έμπνευσης των ύμνων τους. Πέρα όμως από αυτή τη διάσταση της δράσης του, ο Αγιος Γρηγόριος, αυτός ο υψιπετών νους, αναπτύσσει και αντιαιρετική δράση. Στην εποχή του αναπτύσσονται πολλά αιρετακά ρεύματα, αιρετικές τάσεις. Όλα αυτά τα απύλωτα στόματα των αιρετικών που διαστρέφουν και κακοποιούν τις χριστιανικές αλήθειες, τα αποστομώνει με τη θεολογική του ρομφαία, δηλ. την πύρινη θεολογική του επιχειρηματολογία. Σ'αυτόν τον τομέα της θρησκευτικής ζωής του βυζαντινού κράτους, ο Άγιος Γρηγόριος, αυτό το θερμοκήπιο των χριστιανικών αρετών, αυτός ο αετός της θεολογίας αναδεικνύεται δεσπόζουσα μορφή του αγώνα εναντίων των αιρετικών, ο κυματοθραύστης των αιρετικών τάσεων. Αυτή η θεηγόρος φωνή, αυτό το φωτεινό πνεύμα συναρπάζει και συνεγείρει, γοητεύει και σαγηνεύει τους πιστούς και φυτεύει στις ψυχές τους τα μυρίπνοα άνθη της χριστιανικής ορθόδοξης θεολογίας για να αντιστέκονται σθεναρά στους αιρετικούς. Έτσι ο Γρηγόριος με τη στέρεη θεολογική του αρματωσιά και την πνευματική του θωράκιση, κατόρθωσε να στερεώσει και να παγιώσει τις χριστιανικές αλήθειες στη συνείδηση των πιστών.Από αυτή την τηλεγραφική μου αναφορά στους τρεις ιεράρχες, βγαίνει ότι οι πατέρες αυτοί είχαν τη χάρη του Αγίου Πνεύματος. Και την είχαν γιατί βίωσαν το πνεύμα της αγάπης και της θυσίας που είχε ο Χριστός για κάθε άνθρωπο. Και αγάπη σημαίνει ανθρωπιά σημαίνει αλληλεγγύη, ευαισθησία για τον διπλανό μας, γιατί ο κάθε διπλανός μας είναι η ζωντανή εικόνα του Θεού. Για να κατανοήσουμε και να εκτιμήσουμε πόσο επίκαιρος και διαχρονικός είναι ο λόγος των τριών Ιεραρχών θα αναφέρω ένα απόσπασμα από μια συνέντευξη στην ελληνική τηλεόραση της ελληνίδας καθηγήτριας στο πανεπιστήμιο της Σορβόνης της Ελένης Γλύκατζη Αρβελέρ. Είπε: "το ζητούμενο της καταναλωτικής μας κοινωνίας είναι: να αναδείξουμε τον άνθρωπο σαν πρώτη αξία της ζωής. Και η ανάδειξη του ανθρώπου σαν πρώτη αξία στη ζωή μας, θα γίνει όταν ο καθένας μας είναι αλληλέγγυος προς τον πλησίον του. Να έχουμε δίπλα μας κάποιον που να πονάει όταν πονάμε και να χαιρόμαστε όταν ο διπλανός χαίρεται".
Απ'όσα ειπώθηκαν στη σύντομη σημερινή ομιλία μου για τους τρεις Ιεράρχες βγαίνει το επιμύθιο: Οι τρεις ιεράρχες με τη ζωή και το έργο τους συνέβαλαν στην ανάπτυξη του θρησκευτικού και του κοινωνικού μας πολιτισμού. Οι τρεις ιεράρχες αποτελούν πρότυπα για εκείνους που θέλουν, που επιθυμούν, να έχουν δημιουργική παραγωγή μέλλοντος.
(Λόγος που εκφωνήθηκε στον ι.ν.Αγ.Δημητρίου Αλμυρού στις 30/1/2010 από την κ.Μαυρογένη Ευμορφία θεολόγο καθηγήτρια του 2ου γυμ.Αλμυρού)
ΟΜΙΛΙΑ της Εκπαιδευτικού Νίκα –Μάνου Αικατερίνης
Τιμούμε σήμερα τη μνήμη των Τριών Ιεραρχών και οικουμενικών διδασκάλων, του Μεγάλου Βασιλείου, του Γρηγορίου του Θεολόγου και του Ιωάννου του Χρυσοστόμου.
Η γιορτή αυτή ξεκίνησε ως γιορτή της εκκλησίας, όταν ο Ιωάννης Μαυρόπους, Επίσκοπος Ευχαϊτων της Μ. Ασίας, συνέταξε ακολουθία τον 11ο αιώνα με σκοπό να τιμηθούν και οι τρεις μαζί μεγάλοι άνδρες, ως κήρυκες του μυστηρίου της Αγ. Τριάδος. Δεν ξεκίνησε ως γιορτή της παιδείας.
Πώς όμως μια γιορτή καθαρά εκκλησιαστική καθιερώθηκε στην Ελλάδα ως γιορτή ταυτόχρονα των γραμμάτων, της γνώσης, της πνευματικής καλλιέργειας;
Ποιο είναι αυτό το ιδιαίτερο στοιχείο που νοηματοδοτεί τον Ελληνισμό και την Ορθοδοξία; Πώς πραγματώνεται μέσα στην ιστορία η συμπόρευση αυτή στα πρόσωπα των Τριών Μεγάλων Ιεραρχών;
Κατά τη διάρκεια των νεοτέρων Βυζαντινών χρόνων και ιδιαίτερα της Τουρκοκρατίας, επικράτησε η γιορτή ως γιορτή των γραμμάτων, διότι οι τρεις αυτοί άνδρες, υπήρξαν από τη μια μεριά με τη ζωή τους και τη δράση τους εκφραστές της γνήσιας Ευαγγελικής αλήθειας και ενσάρκωναν την παράδοση όλων των Αγίων και από την άλλη υπήρξαν γνώστες, εντρυφητές και συνεχιστές των ελληνικών γραμμάτων. Είχαν όπως συνήθιζε να λέει ο Μακρυγιάννης και τα δύο πόδια γερά, είχαν δηλαδή πληρότητα παιδείας και πληρότητα αγιοπνευματικής παραδόσεως. Ο Μακρυγιάννης, συνειδητοποιούσε το δυναμισμό αυτής της ενότητας, που σήμερα, αποξενωμένοι από τις ρίζες και τις πηγές μας, ηχεί σε μας τους Νεοέλληνες ως διάσταση και διάσπαση. Ζούσε την υπέρβαση της ελληνικής αρχαιότητας και συγχρόνως την συνέχειά της μέσα στην ορθοδοξία των Αγίων Πατέρων, βλέποντας στην πορεία αυτή να εξασφαλίζεται η συνέχεια του Γένους μας, αφού όταν μιλάμε για ταυτότητα , για συνείδηση, όλα αυτά εξαρτώνται από το νόημα που λαμβάνει η παιδεία μας.
Το 1826, ο Άγγλος ευγενής Δημήτριος Φρειδερίκος Γκίλφορντ, βαπτισμένος Ορθόδοξος από το 1791, ιδρυτής της Ιονίου Ακαδημίας, του Α΄ Ελληνικού Πανεπιστημίου στην Κέρκυρα , καθιέρωσε μαζί με τον καθηγητή Κωνσταντίνο Τυπάλδο, τον μετέπειτα ιδρυτή της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης , από κοινού, τη γιορτή των Τριών Ιεραρχών, ως γιορτή της Ελληνικής και Επτανησιακής παιδείας. Ο Γκίλφορντ, όπως χαρακτηριστικά λέει ο Καθηγητής της Οξφόρδης π. Κάλλιστος Γουέρ δεν τεμάχισε τον Ελληνισμό, δεν ανακήρυξε προστάτες των γραμμάτων κάποιους αρχαίους φιλοσόφους, που θα μπορούσε να το κάνει ως ξένος, αλλά θέλησε να γνωρίσει τον Ελληνισμό στην συνέχεια του, σ’ όλη την ιστορική του πορεία , τον Ελληνισμό του μέλλοντος, αυτόν που διασώθηκε χάρη στην ορθοδοξία , αφού οι μεγάλοι Πατέρες, ήταν αυτοί που προήγαν τη γλώσσα, δημιούργησαν γραμματεία εφάμιλλη της Αρχαίας Ελληνικής και πέρασαν στα συγγράμματά τους τα αγαθά της ελληνικής παιδείας αφού την αποκάθαραν από την κατάπτωση της θρησκευτικής και ηθικής ζωής των αρχαίων Ελλήνων, όπως φαίνεται αυτό σαφώς στο γνωστό Λόγο του Μ. Βασιλείου « Προς τους νέους».
Οι Άγιοι κινούνται προς τα εμπρός, δεν λειτουργούν ισοπεδωτικά, προσλαμβάνουν από τον Ελληνισμό τη ζήτηση της αλήθειας στην κοινωνία, στο δίκαιο, στην τέχνη, σ’ όλες τις μορφές της ζωής και αφομοιώνουν το κάθε τι δημιουργικά, παρουσιάζοντας μέσα από αυτά το περιεχόμενο της Θείας Αποκάλυψης.
Το 1842-43 το πανεπιστήμιο των Αθηνών μιμούμενο το παράδειγμα του Γκίλφορντ, καθιέρωσε για το ελεύθερο πια Ελληνικό κράτος τη γιορτή των Τριών Ιεραρχών ως γιορτή της παιδείας.
Η ζήτηση λοιπόν της αλήθειας της ελληνικής φιλοσοφίας, έρχεται να απαντηθεί από το Χριστιανισμό και να λάβει ιστορική σάρκα με τη θεανθρώπινη αποκάλυψη. Έτσι πραγματοποιείται η σύζευξη Ελληνισμού και Ορθοδοξίας, που λαμβάνει πια οικουμενικές διαστάσεις στην χωρίς σύνορα αυτοκρατορία που προσέλαβε και οικειοποιήθηκε την αλήθεια χάρη στις μεγάλες μορφές των Αγ. Πατέρων που ενσαρκώνουν και μεταδίδουν τη νέα πραγματικότητα.
Μέσα σ’ αυτήν τη ενότητα κινείται η παιδεία που μας παρέδωσαν οι τρεις ιεράρχες.
Ποιά είναι λοιπόν τα στοιχεία που τη χαρακτηρίζουν; Η παιδεία, λέει ο Μ. Βασίλειος, πρέπει να εξυπηρετεί τον προορισμό του ανθρώπου. Η παιδεία που μορφώνει τον όλον άνθρωπο, που διακρατεί την ιδιοπροσωπεία και την ιδιαιτερότητά μας είναι αυτή που αντλεί το περιεχόμενό της, από την βεβαιότητα της παρουσίας του Θεανθρώπου στη γη και από τη δυνατότητα του ανθρώπου να προσλάβει μέσα από την ελευθερία του το Θεό και να γίνει δεκτικός της χάριτός του.
Κινείται και αναπτύσσεται μέσα σ’ αυτήν τη δυαδική σχέση ζωής που εξισορροπεί τις φυσικές δυνάμεις του ανθρώπου και τον αναγάγει στο άκτιστο. Αυτό είναι το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της ταυτότητας του ελληνορθόδοξου Ρωμιού. Η παιδεία των Τριών Ιεραρχών δεν είναι λοιπόν ανθρωπιστική αλλά συνιστά υπέρβαση του ανθρωπισμού. Το αρχέτυπο δεν είναι σύμφωνα με τους μεγάλους δασκάλους ο καλός και ηθικός άνθρωπος που όσο τέλειος και αν είναι δεν μπορεί από μόνος του να υπερβεί τα τραγικά αδιέξοδα της φύσεώς του, αλλά ο κατά χάριν Θεάνθρωπος που μεταμορφώνεται συνεχώς από δόξα σε δόξα μιμούμενος «εν πάσι» τον κατά φύσιν Θεό που συγκαταβαίνει και γίνεται άνθρωπος «καθ`ημέραν» στη γη, για να μπορεί ο άνθρωπος να γίνει Θεός. Ένα ακόμη χαρακτηριστικό γνώρισμα της παιδείας τους είναι ότι καλλιεργεί το αυτοσυναίσθημα , την ορθή γνώση του εαυτού μας. «Μικρός ειμί και μέγας», έγραφε ο Ελύτης, «ταπεινός και υψηλός , θνητός και αθάνατος , επίγειος και ουράνιος». Οι λόγοι αυτοί που φαινομενικά δείχνουν αντίθεση , εναρμονίζονται και γίνεται σύνθεση μέσα στην παιδεία των Τριών Ιεραρχών, ως έκφραση και συνειδητοποίηση από τη μια μεριά της ασημαντότητας και μικρότητας που πρέπει να αισθάνεται ο άνθρωπος λόγω της φθαρτότητας και θνητότητάς του και από την άλλη ως πεποίθηση ότι μπορεί να γίνει μέγας, ταμείο αγιότητας. Αυτή είναι η αυτοσυνειδησία που μας κληροδότησαν οι Τρεις Ιεράρχες.
Η παιδεία τους είναι ακόμη, ένα είδος ποιμαντικής αγωγής . Ο δάσκαλος είναι ποιμένας , κατευθύνει , οδηγεί, μεταδίδει ζωή, όχι μόνο γνώσεις. Έτσι παραδίδει μια σκυτάλη στους μαθητές του. Η παιδεία μας δεν είναι “ξηρή πολυμάθεια”, αλλά κατά τον Βασίλειο, «ανατροφή μετ’ ευλαβείας και μετάληψις αγιότητος».
Πέρασαν δεκαεφτά περίπου αιώνες στην Ιστορία της ανθρωπότητας για να φτάσει η σύγχρονη Παιδαγωγική επιστήμη να προσεγγίσει τις βασικές βιωματικές αρχές πάνω στις οποίες θεμελίωσαν οι Τρεις Ιεράρχες τα παιδαγωγικά τους αξιώματα.
Ο δάσκαλος, λέει ο Χρυσόστομος, πρέπει να διαθέτει απέραντο σεβασμό για την προσωπικότητα του παιδιού και όπως οι δάσκαλοι της κιθάρας, αφού πιάσουν τα δάχτυλα των μαθητών τους τα πλησιάζουν με ηρεμία στις χορδές και τα διδάσκουν να χτυπούν με προσοχή, το ίδιο ακριβώς πρέπει να κάνουν και οι παιδαγωγοί, σ’ όλες τις ηλικίες. Τα τελευταία διδάγματα της Παιδαγωγικής που αναφέρονται στην ποσότητα της ύλης και την αφομοίωσή της από τους μαθητές, δεν είναι ασφαλώς καθόλου καινούργια. Αυτό φαίνεται σαφέστατα στα κείμενα του Γρηγορίου, ο οποίος χρησιμοποιώντας εικόνες από την γεωργική ζωή, λέει πως δεν είναι ωφελιμότερη η ραγδαία βροχή από την ήρεμη, γιατί εκείνη παρασύρει το έδαφος ενώ αυτή μπαίνει βαθιά και το κάνει γόνιμο. Η διδασκαλία στην τάξη λέει ο Βασίλειος, πρέπει να γίνεται ευχάριστα γιατί μόνο τότε η γνώση παραμένει μόνιμη. Για αυτό και τα μαθητικά βιβλία θα πρέπει να είναι σαφή και επαγωγικά. Κατά τον Γρηγόριο το να επιχειρεί κανείς να εκπαιδεύει άλλους προτού ο ίδιος εκπαιδευτεί ικανοποιητικά είναι τολμηρό και ανόητο. Ή να μη διδάσκεις ή να διδάσκεις με το παράδειγμά σου τονίζει, διαφορετικά ότι κτίζεις με το δεξί, το γκρεμίζεις με το αριστερό. Το να φιλοσοφεί κανείς μόνο με τους λόγους, είναι χαρακτηριστικό του υποκριτή και όχι του δασκάλου.
Ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά του αληθινού δασκάλου, είναι να δείχνει στους μαθητές του πατρική αγάπη και στοργή, που να ξεπερνά πολλές φορές κι αυτή των φυσικών τους γονιών.
Σε τελική ανάλυση η παιδεία των Τριών Ιεραρχών είναι ένα έργο ανόρθωσης του όλου ανθρώπου ως προσώπου. Μέσα από την αξία του προσώπου πηγάζει ο κοινοτισμός που αποτελεί αίτημα της σύγχρονης εποχής μας. Ο Μ. Βασίλειος πριν δεκαεφτά αιώνες περιγράφει με χαρακτηριστικό τρόπο τη σημερινή οδυνηρή πραγματικότητα και τα λόγια του αποκτούν προφητική σημασία.«Γεγεννήμεθα καθάπερ η ψάμμος, διηρημένοι, ού συνημμένοι αλλήλοις». Έχουμε φτάσει δηλαδή εξαιτίας της ατομικότητας μας να είμαστε κλεισμένοι στον εαυτό μας, όπως η άμμος, φαίνεται από μακριά σαν κάτι ενιαίο, αλλά από κοντά είναι κόκκοι διηρημένοι. Λείπει η κατακόρυφη κίνηση κοινωνίας με το Θεό από όπου αντλείται η οριζόντια, με τον κάθε άνθρωπο. Αυτή είναι η παιδεία μας, η παράδοση των Τριών Ιεραρχών. Από την Ενορία, που είναι η σύναξη γύρω από την Αγία Τράπεζα όπου πραγματώνεται το μυστήριο της ζωής και της ενώσεως των πιστών με τον Έναν και μεταξύ τους, στην ευρύτερη ενορία που είναι η οικογένεια, το σχολείο, η κοινότητα. Αυτή η παράδοση θα συνεχιστεί ακόμη και κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας και μόνο κατά τον 19ο αιώνα θα επιχειρηθεί το ξεθεμελίωμα της από τους απεσταλμένους δυτικούς που στάλθηκαν να αναμορφώσουν τα σχολεία μας.
Ο Γ. Τυπάλδος – Ιακωβάτος ομολογεί με πικρία πως «μήτε εικόνες μήτε σταυρό αφήνουν στα σχολεία μας». Και ο Μακρυγιάννης αγανακτεί με τις ύπουλες επεμβάσεις τους στα ιερά και όσια της φυλής μας και με πολύ πόνο γράφει στα Απομνημονεύματά του: « Όλοι οι προκομμένοι άνδρες των παλαιών Ελλήνων, οι γοναίγοι όλης της ανθρωπότης, ο Λυκούργος, ο Σωκράτης, ο Αριστείδης, ο Θεμιστοκλής, … και οι επίλοιποι πατέρες, κόπιαζαν και βασανίζονταν μέρα και νύχτα μ’ αρετή και λικρίνειαν να φωτίσουνε την ανθρωπότη, νάχη αρετή και φώτα , γενναιότητα και πατριωτισμό. Κάνουν και οι μαθητές τους οι Ευρωπαίοι την ανταμοιβή τους εις τους απογόνους τους εμάς, γύμναση της κακίας και παραλυσίας… Τέτοια αρετή έχουν, τέτοια φώτα μας δίνουν. Το παιδί όταν γεννιέται δεν γεννιέται με γνώση. Οι προκομμένοι άνθρωποι το αναστήνουν και το προκόβουν».
Η παιδεία μας υπέστη μεγάλο πλήγμα που το πλήρωσε ακριβά ολόκληρος ο νεοελληνικός πολιτισμός όπως εκτιμά σήμερα η αμερόληπτη ιστορική επιστήμη.
Αναγνωρίζει, πως η παιδεία των Τριών Ιεραρχών δεν είναι απόκοσμη ή φιλόκοσμη, αλλά μια προσπάθεια ορθής γνώσης, θέασης και εκτίμησης του κόσμου. Κινείται στο παρόν μεταμορφώνοντας συνεχώς τον άνθρωπο και προσβλέπει στα έσχατα, όχι σαν μια παθητική αναμονή ενός ιδεατού κόσμου, αλλά ως φυσική κατάληξη και « πλήρωση » της συνεχούς επί γης μεταμόρφωσής του. Δεν είναι σκοταδιστική, δεν κάνει διάκριση μεταξύ υλικών και πνευματικών, ανοίγεται σ’ όλους τους τομείς, όλος ο άνθρωπος και όλη η ζωή γίνεται δεκτή, εφόσον μπορεί να ενταχθεί στην καινή πραγματικότητα του Χριστού, στη νέα λυτρωτική πορεία . Είναι χαρακτηριστικό πως όταν ο Ιουλιανός ο Παραβάτης στέρησε από τους χριστιανούς τη δυνατότητα να μαθαίνουν Ελληνικά, για να πάψει η συνέχεια της Ελληνικής παιδείας, ο Γρηγόριος Θεολόγος, έγραψε στην Ομηρική διάλεκτο ποιήματα για να διατηρηθεί η συνέχεια της ελληνικής γλώσσας .
Ο Μ. Βασίλειος υπήρξε κάτοχος όλων των επιστημών της εποχής του, όπως ομολογεί ο Έρασμος της Αναγέννησης , υπήρξε ανώτερος του Αριστοτέλη. Κουβαλούσε τον Ελληνισμό στη σάρκα του. Δεν τον βρήκε και τον κατέστρεψε, όπως συνέβηκε στη δύση, όπου κατά τα σκοτεινά χρόνια του μεσαίωνα από τον 6ο –11ο αιώνα καταργήθηκαν στην Γαλλία και στην Ισπανία τα γράμματα και μόλις στον 13ο – 14ο αιώνα γνώρισαν τον Αριστοτέλη και τον Όμηρο.
Διαβάζοντας κάποτε ο μεγάλος εθνικός ρήτορας Λιβάνιος επιστολή που του έστειλε ο Μ. Βασίλειος, ενώ βρισκόταν μεταξύ φίλων και μαθητών του , φώναξε «νενικήμεθα», εντυπωσιασμένος από την αρτιότητα της επιστολής . Ο ίδιος ο Λιβάνιος, εκφράζει σε άλλη περίπτωση τη λύπη του που κέρδισε ο Χριστιανισμός τον Χρυσόστομο, γιατί διαφορετικά θα τον άφηνε διάδοχό του.
Κάτοχοι λοιπόν όλης της εγκόσμιας σοφίας οι τρεις δάσκαλοι που σήμερα τιμούμε, ανοίχτηκαν άφοβα σ’ όλους τους τομείς , μα αυτή η πολλαπλότητα και πολυμερότητα στην κατάρτισή τους, ιεραρχήθηκε και εντάχθηκε στον αγώνα για τον σκοπό της ζωής. Δεν θεωρήθηκε ποτέ αυτοσκοπός ή αιτία καυχήσεως. Ήταν φυσικό λοιπόν να πηγάσει μέσα από όλο τους το είναι ένα εξαιρετικό ήθος.
Ο Χρυσόστομος, λέει ο Παπαρηγόπουλος , ήταν αγαθότατος, πραότατος , ο πιο επιεικής από τους ανθρώπους, όσες φορές όμως βρισκόταν μπροστά στην πωρωμένη κακία, την αγέρωχη αμαρτία, την οργανωμένη αδικία, την πονηρή υποκρισία, είχε τη δύναμη να μη σιωπά, αλλά να ελέγχει. «Αν ο Θεός σου έδωσε βασιλικό σκήπτρο», γράφει στην αυτοκράτειρα Ευδοξία, «σου το έδωσε για να απονέμει παντού δικαιοσύνη. Χώμα και στάχτη, χόρτος και σκόνη, σκιά και καπνός και όνειρο είναι ο άνθρωπος ακόμα κι αν είναι ισχυρός άρχοντας». Ασυμβίβαστες προσωπικότητες οι Τρεις Ιεράρχες , δεν ταυτίστηκαν ποτέ με την αδικία για να επιβιώσουν και να κρατήσουν τη θέση τους. Γι’ αυτό πλήρωσαν το αγέρωχο φρόνημά τους με πικρίες, εξορίες, διωγμούς. «Μ’ άλλο τίποτα φοβέριξέ με» , είπε ο Βασίλειος στον Έπαρχο Μόδεστο, όταν αρνούμενος να αποδεχθεί την πλάνη του αρειανισμού που άπλωνε τα δίχτυα της παντού, τον φοβέριξε με δήμευση περιουσίας , εξορία, θάνατο. «Αυτά δεν με φοβίζουν». Ο Έπαρχος απορεί. «Κανείς μέχρι τώρα δεν μίλησε με τέτοιο θάρρος μπροστά μου», λέει και ο Βασίλειος που υπήρξε πάντα ταπεινός , στην ιστορική αυτή στιγμή δεν διστάζει να πει. «Γιατί δεν συνάντησες ποτέ σου αληθινό Επίσκοπο. Αλλιώς θα σου μιλούσε με τον ίδιο τρόπο , αφού θα αγωνίζονταν για τόσο υψηλά πράγματα».
Οι Τρεις Ιεράρχες δεν υπήρξαν απλώς ποιμένες, δάσκαλοι ή καθοδηγητές. Πολέμησαν το ψεύδος , όχι από μίσος στους αιρετικούς, αλλά από αγάπη και πόθο για την αλήθεια . Υπήρξαν πρώτα και κύρια άνθρωποι που πόνεσαν βαθιά τον άνθρωπο. Έζησαν έντονα τα ανθρώπινα πράγματα, αλλά ταυτόχρονα βίωσαν έντονα τον Θεό, όχι σαν μια αφηρημένη ιδέα, αλλά ως τη μόνη καθημερινή αλήθεια που έδινε νόημα και περιεχόμενο στη ζωή τους. Γι’ αυτό χαρακτηρίζονται Οικουμενικοί, δάσκαλοι όλης της οικουμένης, που πρόσφεραν ελεύθερα και αβίαστα, χωρίς καμία επιβολή, με τρόπο θεοπρεπή, όχι μια ιδέα, αλλά ένα τρόπο ζωής σ’ Ανατολή και Δύση.
Τη σημερινή εποχή της παγκοσμιοποίησης, οι τρεις μεγάλοι δάσκαλοι που τιμούμε, μας δίνουν το μήνυμα, πως μπορούμε να επιβιώσουμε στην χωρίς σύνορα εποχή μας, όπως τυπικά ανάλογη υπήρξε η εποχή των Τριών Ιεραρχών, μιμούμενοι το ήθος, την αγωνιστικότητα τους, τον τρόπο της ζωής τους, συνδεόμενοι με το νήμα που μας δένει μαζί τους. Η σύνδεσή μας με την παράδοση των Τριών Ιεραρχών και άλλων μεγάλων μορφών του Γένους μας αποτελεί ίσως τη μόνη ελπίδα για την διατήρηση της ταυτότητας μας, αλλά και την αναμόρφωση του δυτικού κόσμου, ο οποίος κουρασμένος από τα αδιέξοδα του σύγχρονου πολιτισμού προσβλέπει με πόθο στην Ανατολή, αναζητώντας γνήσιες και αυθεντικές εμπειρίες.
Βιβλιογραφία
π . Γεώργιος Μεταλληνού : Ομιλία στους Τρεις Ιεράρχες.
π. Γεωργίου Μεταλληνού : Ελληνισμός μετέωρος.
Στυλλιανού Παπαδοπούλου : Η ζωή ενός μεγάλου.
Αγγελικής και Αλέξανδρου Καριώτογλου : Ζωντανό σχολείο.
Π. Θεοδώρου Ζήση : Φραγκέψαμε.
Μακρυγιάννη : Απομνημονεύματα.
- Ομιλία για τους Τρεις Ιεράρχες. - ΓΙΑΝΝΗΣ ΑΡΒΑΝΙΤΗΣ
αποκαλούμαστε άξια τέκνα του Θεού που μας έδωσε απλόχερα και με αγάπη τα καλύτερα εφόδια για να ζήσουμε μια ζωή με αξία, με νόημα και ευτυχία. Μας δίδαξαν τα στοιχεία που πρέπει να διακρίνουν τα ζωή κάθε ανθρώπου έτσι ώστε ορθά και δίκαια αυτός να χαρακτηρίζεται άνθρωπος!
ΡΩΜΑΝΟΥ ΤΟΥ ΜΕΛΩΔΟΥ, ΚΟΝΤΑΚΙΟ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ
Παρατίθεται απόσπασμα. Μπορείτε να διαβάσετε ολόκληρο το κοντάκιο εδώ.Προοίμιον
Ἡ παρθένος σήμερον * τὸν ὑπερούσιον τίκτει,καὶ ἡ γῆ τὸ σπήλαιον * τῷ ἀπροσίτῳ προσάγει·
ἄγγελοι μετὰ ποιμένων * δοξολογοῦσι,
μάγοι δὲ μετὰ ἀστέρος * ὁδοιποροῦσι·
δι᾿ ἡμᾶς γὰρ * ἐγεννήθη
παιδίον νέον, * ὁ πρὸ αἰώνων Θεός.
Οἶκοι
Τὴν Ἐδὲμ Βηθλεὲμ * ἤνοιξε, δεῦτε ἴδωμεν·τὴν τρυφὴν ἐν κρυφῇ * ηὕραμεν, δεῦτε λάβωμεν
τὰ τοῦ παραδείσου * ἐντὸς τοῦ σπηλαίου·
ἐκεῖ ἐφάνη * ῥίζα ἀπότιστος * βλαστάνουσα ἄφεσιν,
ἐκεῖ ηὑρέθη * φρέαρ ἀνόρυκτον,
οὗ πιεῖν Δαυὶδ * πρὶν ἐπεθύμησεν·
ἐκεῖ παρθένος * τεκοῦσα βρέφος
τὴν δίψαν ἔπαυσεν εὐθὺς * τὴν τοῦ Ἀδὰμ καὶ τοῦ Δαυίδ·
διὰ τοῦτο πρὸς τοῦτο * ἐπειχθῶμεν ποῦ ἐτέχθη
παιδίον νέον, * ὁ πρὸ αἰώνων Θεός.
Ὁ πατὴρ τῆς μητρὸς * γνώμῃ υἱὸς ἐγένετο,
ὁ σωτὴρ τῶν βρεφῶν * βρέφος ἐν φάτνῃ ἔκειτο·
ὃν κατανοοῦσα * φησὶν ἡ τεκοῦσα·
«Εἰπέ μοι, τέκνον, * πῶς ἐνεσπάρης μοι * ἢ πῶς ἐνεφύης μοι·
ὁρῶ σε, σπλάγχνον, * καὶ καταπλήττομαι,
ὅτι γαλουχῶ * καὶ οὐ νενύμφευμαι·
καὶ σὲ μὲν βλέπω * μετὰ σπαργάνων,
τὴν παρθενίαν δὲ ἀκμὴν * ἐσφραγισμένην θεωρῶ·
σὺ γὰρ ταύτην φυλάξας * ἐγεννήθης εὐδοκήσας
παιδίον νέον, * ὁ πρὸ αἰώνων Θεός.
Ὑψηλὲ βασιλεῦ, * τί σοι καὶ τοῖς πτωχεύσασι;
Ποιητὰ οὐρανοῦ, * τί πρὸς γηΐνους ἤλυθας;
Σπηλαίου ἠράσθης * ἢ φάτνῃ ἐτέρφθης;
Ἰδοὺ οὐκ ἔστι * τόπος τῇ δούλῃ σου * ἐν τῷ καταλύματι·
οὐ λέγω τόπον, * ἀλλ᾿ οὐδὲ σπήλαιον,
ὅτι καὶ αὐτὸ * τοῦτο ἀλλότριον·
καὶ τῇ μὲν Σάῤῥᾳ * τεκούσῃ βρέφος
ἐδόθη κλῆρος γῆς πολλῆς, * ἐμοὶ δὲ οὐδὲ φωλεός·
ἐχρησάμην τὸ ἄντρον * ὃ κατῴκησας βουλήσει,
παιδίον νέον, * ὁ πρὸ αἰώνων Θεός.»
ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ
ἀνέτειλε τῷ κόσμῳ τὸ φῶς τὸ τῆς γνώσεως·
ἐν αὐτῇ γὰρ οἱ τοῖς ἄστροις λατρεύοντες,
ὑπὸ ἀστέρος ἐδιδάσκοντο,
σὲ προσκυνεῖν, τὸν Ἥλιον τῆς δικαιοσύνης,
καὶ σὲ γινώσκειν ἐξ ὕψους ἀνατολήν·
Κύριε, δόξα σοι.
ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ,
“ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ”
την ώρα π’ άνοιγ’ ο Χριστός στον ήλιο του το μάτι.
το στέμμα των ακτίνων του γύρω στο μέτωπό του.
κι’ από τη θεία του πνοή να γίνω λουλουδάκι.
που άναψε στα πόδια του των Μάγων η λατρεία.
την ώρα π’ άνοιγ’ ο Χριστός στον ήλιο του το μάτι.
ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ,
“ΕΝΑΣ ΘΕΟΣ”
Ω! μέσα μου γεννιέται ένας Θεός!και το κορμί μου γίνεται ναός,
δεν είναι ως πρώτα φάτνη ταπεινή·
μέσα μου λάμπουν ξάστεροι ουρανοί,
το μέτωπο μου λάμπει σαν αστέρι…
Στο Θεό φανείτε τώρα, ήρθεν η ώρα,
από τ’ άγνωστα μυστικά σας μέρη,
Μάγοι, φέρτε στο Θεό τα πλούσια δώρα.
Φέρτε μου Μάγοι —θεία βουλή το γράφει—
τη σμύρνα της ελπίδας, το λιβάνι
της πίστης, της αγάπης το χρυσάφι
Μυστήρια τέτοια ανθρώπου νους δε βάνει!
Και σεις, Θρόνοι πανάχραντοι, αγγελούδια,
στην καρδιά μου —στην κούνια του— σκυμμένα,
με της αθανασίας τα τραγούδια
υμνολογείτε εσείς τη θεία τη γέννα.
Μέσα μου λάμπουν ξάστεροι ουρανοί,
και το κορμί μου, φάτνη ταπεινή,
βλέπω κι αλλάζει, γίνεται ναός·
ω! μέσα μου γεννιέται ένας Θεός!
ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ,
“ΟΝΕΙΡΕΜΕΝΗ ΠΡΟΣΕΥΧΗ”
Χριστέ μου, κράτα με μακριά απ’ τις κακίες του κόσμου,Στην φάτνη βρέφος, όσο ζω να σε λατρεύω δος μου.
Κι όσο θα ‘ρθει από Σε σταλτός ο χάρος να με πάρει,
κάμε συ, βρέφος, να σταθώ μπροστά στη θεία Σου χάρη.
Και κάμε λόγια τα έργα μου σαν των αγρών τα κρίνα,
προφητικά, φεγγοβόλα κάμε τα σαν εκείνα,
της νύκτας των απλών βοσκών. Γεννιόσουν και γρηκούσαν.
Τους ουρανούς ολάνοικτους που σε δοξολογούσαν.
ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ,
“ΑΣΤΕΡΙ ΘΕΪΚΟ”
Τι φως και χρώμα κι ομορφιά νασκόρπιζε το αστέρι
όπου στην κούνια του Χριστού
τους Μάγους έχει φέρει;
Ποιος άγγελος το διάλεξε για
τέτοιο ταχυδρόμο;
Τα άλλα τα αστέρια θάβλεπαν το
φωτεινό του δρόμο
κι από τη ζήλια
θάτρεμαν… Αστέρι, σε ποια χώρα του
απέραντου σου ουρανού να
λαμπυρίζεις τώρα;
Η παντοδύναμη φθορά μην
έσβησε το φως σου
ή μήπως είσ’ αθάνατο κι εσύ, σαν
το Χριστό σου;
Δεν κατεβαίνει η λάμψη σου εδώ
στα χώματα μας;
Για όλα τα άστρα αλίμονο! δεν
είναι η ματιά μας…
Τι φως και χρώμα κι ομορφιά να
σκορπίζει το αστέρι,
όπου την κούνια του Θεού τους
Μάγους έχει φέρει;
ΤΑΚΗΣ ΠΑΠΑΤΣΩΝΗΣ,
“ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΗ ΑΓΡΥΠΝΙΑ” (1914)
Εξωτικός στην άκρια των κοιλάδωνπερίμενα τη σημερινή γιορτή στο σκότος των λαμπάδων
απόκληρος της φωταψίας των ημερήσιων ήλιων
γονατιστής, και νηστευτής, και αποβλητής των χίλιων
δαιμονικών ταξιαρχιών… Μ’ άδικα εταλαιπώρουν
τη θύελλα των νοημάτων μου, τη ρώμη των γονάτων,
γιατί – το ξέρω αλίμονον! – τις πανοπλίες εφόρουν
τα εκατομμύρια των λαών, που ερείπια στρατευμάτων
κατάντησαν τα ελεεινά… Και θλίβω των ματιών σου
το φέγγος με το πίκραμα των λυπηρών δακρύων
που ο αμαρτωλός εσώριασα στων άλλων των δεινών μου
τα πλήθη και το πιο φριχτόν: το ίδιο άβουλο θηρίον
αντίς πανήγυρη ευλαβή να στήσω και ιερουργίαν
αρμονικήν, υμνητική της θείας καλωσύνης
να διαλαλώ, εγώ δέχομαι με ανόητη απαραξία
τον Άρχοντα, το Άλφα και Ωμέγα της Χριστιανοσύνης!..
Αλίμονο· των άγριων λαών η ορμητική αντάρα
και την ειρήνη τάραξε της μέσα μου ευλογίας,
κ’ αιστάνομαι απειλητικά του θεού μου την κατάρα
και μακρυνάμενο από με το Τέκνο της Μαρίας…
Και ο ανελέητος ασκητής τρέμω μην τάχα σφάλλω·
μην ενωθώ με τους θνητούς πολεμιστές και γίνω
υου Σατανά η συνέργεια – που τότε πια θα ψάλω
όχι ύμνο των Χριστουγέννων, μα θρήνο!…
ΤΑΚΗΣ ΠΑΠΑΤΣΩΝΗΣ,
“ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΓΕΝΝΗΣΙΝ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ”
Ποιμένας ταπεινότατος, και όχι αυλητρίδα εταίρα,και θεάρεστη και συνετή κάμνω του αυλού μου χρήση,
αλλά έπαψεν απόψε πια η γαλήνη των προβάτων
νάναι ο σκοπός της γλυκερής μου εσπερινής λατρείας,
και ούτε η πομπή του Ωρίωνα, ούτε η όψη της Κασσιόπης
δεν μούθηκαν παραμικρή διανόηση στ’ όραμά μου.
Μ’ ελκύει το κάτι Απώτερο, που παιδεμός ναν’ τόβρω,
αλλά, και χάρη περισσή το στέφει, ώστε να λέω,
Ας μου χαθούν κι ένα και δυο από τα βοσκήματά μου,
και ας πλανηθούν δυσεύρετα στο σκότος της Σελήνης,
και ας κράζουσι τα υπόλοιπα σαν Αστραπές της Νύχτας,
αλλά είναι κάτι Αλλόκοτον εμένα η προσμονή μου:
δεν περιμένω να ορθωθεί το Εωθινό Φεγγάρι,
ούτε του τάδε, ούτε του δείνα Αστερισμού το αχνάρι.
Δεν περιμένω την οσμή καμίας σπανίας βοτάνης,
αλλά το Υπερουράνιο, που, θεέ μου, θα με ράνεις,
και θα φανώ ποιμενικόν θαύμα, θα φανώ φάσμα,
που φέρνει το Αρχαγγελικό της νύχτας τούτης άσμα.
Παρ’ όλα τα τρισκόταδα, λαμπρά το παν διακρίνω,
ώστε και θέλοντας, και μη, κάτι να μεγαλύνω.
Η γενική αναστάτωση των υπεργείων Ταγμάτων,
έκαμε μέτοχο κι’ εμέ, κι’ οι αχτίνες των ομμάτων
φθάνουν αυτού, που πριν λαμπροί οι ταχτικοί αστέρες
με φέρναν σε υπολογισμούς για Ετη, Μήνες, Ημέρες.
Φόβος, ούτε καν φαίνεται, και χαρά με συνέχει
και βλέπω Ηλίους νυχτερινούς, κι’ η Ιδέα μου όλο τρέχει.
Εορτάζω. Μα είμαι πάνσοφος ποιμένας, για τρελάθη
ο λογισμός μου, ώστε να ιδώ παρόμοια ένδοξα λάθη;
ΚΩΣΤΑΣ ΚΡΥΣΤΑΛΛΗΣ,
“ΞΗΜΕΡΩΝΑΝ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ”
Ξημέρωναν Χριστούγεννα. Οι εκκλησιές σημαίνουν,κουνιούνται τα καμπαναριά, κι οι φωνές που βγαίνουν
απ’ το βαθύ και δίπλα το κάθε καμπάνας στόμα,
μοιάζουν χερουβικούς ψαλμούς, σαν απ’ το ουράνιο δώμα.
Χιλιάδες τα Χριστούγεννα τα τραγουδούν οι άγγελοι,
και κάθε αχτίδα από ψηλά, που κάθε αστέρι στέλλει,
μοιάζει αγγελική ματιά. Θρησκεία! Γλυκιά μάνα,
τι όμορφη δίνεις εσύ λαλιά και στην καμπάνα,
και πόσο εκείνη η λαλιά σαλεύει την καρδιά μας!
Πόσες εκείνος ο σταυρός απ’ τα καμπαναριά μας
στην αντιλιάδα χύνοντας, τόσες χρυσές αχτίδες,
χύνει βαθιά μας στην ψυχή, γλυκές χρυσές ελπίδες!
Κ’ οι δυο εκείνες χαραυγές που οι άγγελοι κατεβαίνουν
μες’ απ’ τον ουρανό ψηλά κι έρχονται και σημαίνουν
Χριστούγεννα κι ανάσταση, ω! τι μυστήριο χύνουν.
Τι χαραυγούλες είναι αυτές, πόση ζωή μας δίνουν!
Λάμπουνε τ’ ασυγνέφιαστατα ουράνια Σα ζαφείρια,
Σαν μάτια π’ αγρυπνήσανε φέγγουν τα παραθύρια.
Χαρούμενες και σιγανές μιλιές σμίγονται γύρα,
και από κάθε θύραπου ανοίγεται,
βγάνουν μορφές γελούμενες, λουσμένες,
γλυκές , καλοντυμένες.
Κρατούν στα χέρια τους κεριά λαμπάδες .Στη ματιά τους
λάμπ’ η χαρά που νιώθουνε βαθιά μες στις καρδιά τους.
Ξημέρωσαν Χριστούγεννα! Θύρες ολούθε ανοίγουν
κι ολούθε τώρα οι Χριστιανοί στις εκκλησιές μας σμίγουν.
ΤΕΛΛΟΣ ΑΓΡΑΣ,
“ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ”
κρύα και κατασκότεινη κι αγριωπή η νυχτιά.
Είναι η στέγη ολόλευκη, γέρνουν άσπροι κλώνοι,
μες το τζάκι απόμερα ξεψυχά η φωτιά.
και φωτάει στη σκυθρωπή, στη θαμπή εμορφιά.
Να η φάτνη, οι άγγελοι κι ο Χριστός κι οι Μάγοι
και το αστέρι ολόλαμπρο μες στη συννεφιά!
κι η μητέρα του Χριστού στο Χριστό μπροστά.
Το μικρό το εικόνισμα όλ’ αυτά τα φτάνει,
μαζεμένα όλα μαζί και σφιχτά-σφιχτά.
όλα ξημερώνονται μ’ άσπρη φορεσιά
στον αγέρα αντιλαλούν του σημάντρου οι στόνοι,
κάτασπρη, γιορτάσιμη λάμπει η εκκλησιά.
ΤΕΛΛΟΣ ΑΓΡΑΣ,
“ΕΙΔΑ ΧΤΕΣ ΒΡΑΔΥ ΣΤ’ ΟΝΕΙΡΟ ΜΟΥ”
Είδα χτες το βράδυ στ’ όνειρό μου,το γεννημένο μας Χριστό,
τα βόδια επάνω του εφυσούσαν,
όλο το χνώτο τους ζεστό.
και μέσα η φάτνη η φτωχική,
άστραφτε πιο καλά από μέρα,
με κάποια λάμψη μαγική.
κι’ έμοιαζε τ’ άστρο από ψηλά,
πως θα καθίσει σαν κορώνα,
στης Παναγίτσας τα μαλλιά.
τον προσκυνούσαν ταπεινά,
ξανθόμαλλοι άγγελοι εστεκόνταν,
κι’ έψελναν γύρω του «ωσαννά».
δεν ζήλεψα άλλο πιο πολύ,
όσο της Μάνας Του το στόμα,
και το ζεστό – ζεστό φιλί.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΧΑΤΖΟΠΟΥΛΟΣ,
“ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΤΟΥ ΧΩΡΙΟΥ”
πέφτει ψιλό-ψιλό το χιόνι,
γύρω στην έρμη λαγκαδιά
στρώνοντας κάτασπρο σεντόνι.
ούτ’ ένα βέλασμα προβάτου,
λες κι απλωμένη σιγαλιά
είναι κει ολόγυρα θανάτου.
γλυκός σημάντρου ήχος γροικιέται,
ωσάν βαθιά απ’ τον ουρανό
μέσα στη νύχτα να σκορπιέται.
γύρω στην άφωνη την πλάση,
και το χωριό γλυκοξυπνά
την Άγια μέρα να γιορτάσει.
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΔΡΟΣΙΝΗΣ,
“ΝΥΧΤΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΗ”
λυγούν τα πόδια
και προσκυνούν γονατιστά στη φάτνη τους
τα άδολα βόδια.
σταυροκοπιέται
και λέει με πίστη απ’ της ψυχής τ’ απόβαθα
Χριστός γεννιέται!
κάποιοι ποιμένες
ξυπνούν από φωνές ύμνων μεσούρανες
στη γη σταλμένες.
Κι ακούοντας τα Ωσαννά απ΄ αγγέλων στόματα
στον σκόρπιο αέρα
τα διαλαλούν σε χειμαδιά λιοφώτιστα
με την φλογέρα.
ποιος δεν το ξέρει
των μάγων κάθε χρόνο τα μεσάνυχτα
λάμπει το αστέρι.
και δεν το χάσει,
σε μια άλλη Βηθλεέμ ακολουθώντας το
μπορεί να φτάσει.
ΑΓΓΕΛΟΣ ΣΙΚΕΛΙΑΝΟΣ,
ΑΠΟ ΤΟ “ΠΑΣΧΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ” (1917)
ΚΩΣΤΑΣ ΒΑΡΝΑΛΗΣ,
“ΟΙ ΠΟΝΟΙ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ” (1927)
Πόνοι μού σφάζουν το κορμί, μα την ψυχή μου πιο πολλοί.
Πήρα το δρόμο το δρομί στον κάμπο να καθίσω.
Αντρούλη μου, σα δε με βρεις με την καρδιά σου την καλή,
ο πόνος, που με κυνηγά, θε να με φέρει πίσω.
Ω χώμα, που τραγουδιστά σε πίνει ο πεύκος ο βαθύς,
όσο που μπάρσαμο πικρό στα φύλλα του να σουρωθείς,
μέσα σου χώνομαι κι εγώ, τα σπλάχνα γλύκανέ μου.
Αχ, χάιδεψέ μου τα μαλλιά της κεφαλής μου της ξανθής,
πάρε τη σκέψη μου πολύ μακριά, πνοή του ανέμου!
Σαν καρδερίνα του Μαρτιού με τα φτερά τ’ αστραφτερά,
που σε βαθιά τριανταφυλλιά, πλάι σε τρεχάμενα νερά,
μ’ άχερα, λάσπη και μαλλί ζεστή φωλιά κρεμάει,
την κούνια σου, παιδάκι μου, με ξύλα φκιάνω ευωδερά
και βάνω προσκεφάλι σου τον ήλιο του Ανθομάη.
Ονείρατα, που γαλανά στο μισοξύπνι τ’ αυγινό
από τα μάτια τα γλαρά σαν τον αφρό, σαν τον αχνό
περνάτε μια και χάνεστε, σκήμα χωρίς και θώρι,
ελάτε κι άλλη μια φορά, πείτε μου να μην το ξεχνώ,
πως το παιδί, που καρτερώ, το πρώτο, θα ’ν’ αγόρι.
(Εδώ η Παναγιά μιλά για το όραμα του Αγγέλου).
Κάνε ψαρά, πεζόβολο στ’ ακροθαλάσσι να πετάς,
κάνε σε κάδο τρυγητή γλυκά σταφύλια να πατάς·
κάνε γκαμήλες να ποτίζεις σ’ έρημο πηγάδι·
καν’ αναγνώστη στο Ναό να ψέλνεις και να θυμιατάς —
πού σ’ είδα, γνώριμη αστραψιά στου νου μου το σκοτάδι;
Ήσουν ωραίος σαν άγγελος με δυο φτερούγες ανοιχτές,
η μια βυθούσε στ’ αύριο, η άλλη χανότανε στο χτες·
κάτι στο χέρι κράταγες, γιά φλάμπουρο γιά κρίνο
—χορός, που ζεστοκόπησε τις φλέβες μου τις τιναχτές!—
ό,τι ποθώ με πότισες κι ως αγιασμό το πίνω.
Μα γιατί μου ’δειξες, καλέ, δόξα πολλή για το παιδί;
Αχ, η καρδιά μου δε βαστά, το μέγα ψήλος να το δει!
Δεν τον αφήνω η Μάνα του μιαν πιθαμή να φύγει!
Μη μεγαλώσει μου ποτές κι όλα τα χρόνια, αυγή – βραδύ,
πάντα μωρό να σφίγγεται στου κόρφου μου τα ρίγη.
…………………………………………………………….
Πού να σε κρύψω, γιόκα μου, να μη σε φτάνουν οι κακοί;
Σε ποιό νησί του Ωκεανού, σε ποιάν κορφή ερημική;
Δε θα σε μάθω να μιλάς και τ’ άδικο φωνάξεις.
Ξέρω, πως θα ’χεις την καρδιά τόσο καλή, τόσο γλυκή,
που μες στα βρόχια της οργής ταχιά θε να σπαράξεις.
Συ θα ’χεις μάτια γαλανά, θα ’χεις κορμάκι τρυφερό,
θα σε φυλάω από ματιά κακή κι από κακόν καιρό,
από το πρώτο ξάφνιασμα της ξυπνημένης νιότης.
Δεν είσαι συ για μάχητες, δεν είσαι συ για το σταυρό.
Εσύ νοικοκερόπουλο, όχι σκλάβος ή προδότης.
Τη νύχτα θα σηκώνομαι κι αγάλια θα νυχοπατώ,
να σκύβω την ανάσα σου ν’ ακούω, πουλάκι μου ζεστό,
να σου τοιμάζω στη φωτιά γάλα και χαμομήλι
κι ύστερ’ απ’ το παράθυρο με καρδιοχτύπι θα κοιτώ
που θα παγαίνεις στο σκολειό με πλάκα και κοντύλι…
Κι αν κάποτε τα φρένα σου το Δίκιο, φως της αστραπής,
κι η Αλήθεια σού χτυπήσουνε, παιδάκι μου, να μην τα πεις.
Θεριά οι ανθρώποι, δεν μπορούν το φως να το σηκώσουν.
Δεν είναι αλήθεια πιο χρυσή σαν την αλήθεια της σιωπής.
Χίλιες φορές να γεννηθείς, τόσες θα σε σταυρώσουν.
Όχου, μου μπήγεις στην καρδιά, χίλια μαχαίρια και σπαθιά.
Στη γλώσσα μου ξεραίνεται το σάλιο, σαν πικρή αψιθιά!
—Ω! πώς βελάζεις ήσυχα, κοπάδι εσύ βουνίσο…—
Βοηθάτε, ουράνιες δύναμες, κι ανοίχτε μου την πιο βαθιά
την άβυσσο, μακριά απ’ τους λύκους να κρυφογεννήσω!
ΣΤΕΛΙΟΣ ΣΠΕΡΑΝΤΖΑΣ,
“ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ”
Στην γωνιά μας κόκκινο τ΄αναμμένο τζάκιΤούφες χιόνι πέφτουνε στο παραθυράκι!
Όλο απόψε ξάγρυπνο μένει το χωριό
και χτυπά Χριστούγεννα το καμπαναριό!
Έλα, Εσύ που Αρχάγγελοι σ’ανυμνούνε απόψε
πάρε από την πίτα μας, που ευωδιά και κόψε!
Έλα κι η γωνίτσα μας καρτερεί να ‘ρθεις……
Σου ‘στρωσα, Χριστούλη μου, για να ζεσταθείς!
ΜΙΛΤΟΣ ΣΑΧΤΟΥΡΗΣ,
“ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ 1948” (1952)
ακόμη
τα δίκανα στημένα στους δρόμους
τα μαγικά σύρματα
τα σταυρωτά
και τα σπίρτα καμένα
και πέφτει η οβίδα στη φάτνη
του μικρού Χριστού
το αίμα το αίμα το αίμα
εφιαλτικές γυναίκες
με τρυφερά κέρινα
χέρια
απεγνωσμένα
βόσκουν
στην παγωνιά
καταραμένα πρόβατα
με το σταυρό
στα χέρια
και το τουφέκι της πρωτοχρονιάς
το τόπι
ο σιδηρόδρομος της λησμονιάς
το τόπι του θανάτου
ΜΙΛΤΟΣ ΣΑΧΤΟΥΡΗΣ
“ΤΑ ΛΥΠΗΜΕΝΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΤΩΝ ΠΟΙΗΤΩΝ”
είναι τα χαρούμενα Χριστούγεννα 1987
ναι, τα χαρούμενα Χριστούγεννα 1987!
σκέπτομαι τόσα δυστυχισμένα Χριστούγεννα…
Α! ναι είναι πάρα πολλά.
Πόσα δυστυχισμένα Χριστούγεννα πέρασε
ο Διονύσιος Σολωμός
πόσα δυστυχισμένα Χριστούγεννα πέρασε
ο Νίκος Εγγονόπουλος
πόσα δυστυχισμένα Χριστούγεννα πέρασε
ο Μπουζιάνης
πόσα ο Σκλάβος
πόσα ο Καρυωτάκης
πόσα δυστυχισμένα Χριστούγεννα
πέρασε ο Σκαλκώτας
πόσα
πόσα
Δυστυχισμένα Χριστούγεννα Ποιητών.
ΖΩΗ ΚΑΡΕΛΛΗ,
“ΠΑΡΑΜΟΝΗ ΤΗΣ ΓΕΝΝΗΣΗΣ” (1940)
συγχώρησε την αδυναμία μου,
χώρον χάρισε στην αδυναμία μου, Κύριε,
με την αδυναμία μου να χωρέσω στην έκκληση
της ψυχής μου. Συγχώρεσε
την σκληρή κατάπτωση,
της σκληρότητας ψυχρής την κατάσταση,
της στείρας ψυχρότητας την κατάκτηση,
της σκληρότατης πτώσης τη στάση,
της ψυχής τη στειρότητα.
δεν αναγεννάται ποτέ, Κύριε,
της Γέννησης «σκήνωσον εν εμοί»,
ο την Σάρραν και την Ελισσάβετ
γονίμους διδάξας, προς δόξαν σου αιώνιαν.
ΖΩΗ ΚΑΡΕΛΛΗ, “ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΤΩΝ ΜΑΓΩΝ” (1955)
Πόσο έχω ξεχάσει.Πρέπει απ’ αρχής πάλι το ταξίδι
ν’ αρχίσει.
Πότε ξεκινήσαμε, τότε, οι τρεις;
Ή μήπως, κάποτε, είχαμε ανταμώσει…
Μαζύ πορευτήκαμε ένα διάστημα,
όσο μας οδηγούσε άστρο λαμπρό.
Αυτό άλλαξε την οδό ή εγώ
τίποτα πια να δω δεν μπορώ;
Πού βρίσκομαι τώρα, σε τέτοιον καιρό,
σκληρό, ανένδοτο, δύσκολο,
εγώ, ανήσυχος, βιαστικός.
Μήπως κι’ η ώρα πλησίασε;
Πού να το ξέρω!
Πού είναι τα δώρα;
είχαμε τότε τοιμάσει δώρα
ήμερα, ήσυχα
δώρα ημών των ταπεινών, χρυσόν
λίβανον και σμύρναν άλλοτε
με θαυμασμό κι’ ευλάβεια τού φέρναμε.
Τώρα σ’ αυτόν τον καιρό
σίδερο, κεραυνό και φωτιά.
Ήμασταν τρεις,
τώρα κανέναν άλλον δε βλέπω
κι’ αισθάνομαι τα χέρια μου
πότε άδεια, πότε βαριά.
Βασιλείς τότε προς τον βασιλέα
του κόσμου, τώρα κανείς
δε βασιλεύει με βεβαιότητα.
Σκοτάδι βαρύ. Ποιος μ’ οδηγεί;
Δίχως συντροφιά,
δίχως άστρο κανένα πηγαίνω.
Μόνη προσφορά, η μεγάλη που γνωρίζω,
συμφορά της στέρησής Του.
Τι να προσφέρω σημάδι ευλάβειας
κι’ υποταγής; Εμείς, άνθρωποι
της παράφορης τούτης εποχής,
τι μπορούμε, δικό μας, ευτυχείς
να Του δώσουμε; Είναι ανάγκη
να βρούμε την προσφορά.
Τίποτα δεν προσφέρει της ψυχής μας
ο τόσος αγώνας.
Χρυσόν, λίβανον και σμύρναν
άλλοτε, δώρα απλά.
Μας παιδεύει η ασυμπλήρωτη προσφορά.
Τώρα που πορεύομαι στο σκοτάδι,
χωρίς τη χαρά των δώρων, μονάχος,
δεν έχω παρά τον εαυτό μου να δώσω.
Εν συντριβή βαδίζοντα.
ΤΑΚΗΣ ΒΑΡΒΙΤΣΙΩΤΗΣ, “ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ” (1955)
Που σκούπιζε τα μάτια τους κάθε πρωί
Το μαντήλι το λεκιασμένο απ’ το αίμα
Το σπίτι έρημο αγρυπνεί
Τ’ αδέρφια παίζουνε κρυφτούλι
Η νύχτα φθάνει επίβουλη κρυφή
Οι ίσκιοι κατεβαίνουνε πάνω στους τοίχους
Όλο και κατεβαίνουν
Και τ’ αδέρφια τους μετρούνε
Τους μετρούν και κλαίνε
ΤΑΣΟΣ ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ, “ΠΑΡΑΜΟΝΗ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ” (1956, γραμμενο στη Μακρόνησο το 1950)
Παγωνιά
στον ουρανό ένα χρώμα βρώμικης φανέλλας
στεκόμαστε στη γραμμή
όρθιοι
κάποιος χνωτίζει τα νύχια του
κάποιος δαγκώνει τα δάχτυλά του
ένα παιδί με σπυριά δίπλα σου
δε μιλάει
κρυώνει
ένα χαρτάκι κολλημένο στο συρματόπλεγμα
κ’ εκείνο κρυώνει
καθώς μας πλευρίζουν τα καμιόνια
μια μυρουδιά μπενζίνας
οι πόρτες που ξανακλείνουνε
ο λοχαγός έχει δυο μάτια από κατράμι
η φωνή του μες απ’ τις μύτες του σηκωμένου γιακά
ένας – ένας
ακούει τ’ όνομά του
και βγαίνει
αντίο, αντίο
το χώμα τρίζει κάτω απ’ τις αρβύλες
κάποιος σηκώνει το χέρι του
τίποτ’ άλλο
το παιδί με τα σπυριά προχωράει
στη θέση του μένουν δυο χνάρια από αρβύλες
που σε λίγο θα σβήσει η βροχή
ένα χέρι γλυστράει το ρολόι του στην παλάμη σου
δε θα μου χρειαστεί, λέει – αντίο
το χαρτάκι κολλημένο στο συρματόπλεγμα
κρυώνει ακόμα.
Ξεκινάνε τα φορτηγά.
Είκοσι άνθρωποι κουβαριασμένοι μες σ’ ένα αντίσκηνο
δε μπορείς να σαλέψεις ούτε τη γλώσσα σου
μα είναι πολλά τα χέρια να μοιράσεις την πίκρα σου
πολλές οι ανάσες να ξεχνάς τη βροχή.
Έχει αρκετή θέση
για να πεθάνεις.
Θα κουβαλήσουμε κι απόψε το σακκί της νύχτας
θα κολλήσουμε τ’ αποτσίγαρο στη μύτη της αρβύλας μας
θ’ ακουμπήσουμε την καρδιά μας σε μια διπλανή καρδιά
όπως το βράδυ ακουμπάνε οι κουβέρτες και τα όνειρά μας.
Ελάτε λοιπόν
όλοι μαζί
να φυσήξουμε αυτό το μικρό καρβουνάκι στη χόβολη της ελπίδας
τώρα που η λάμπα μας έσβησε
που νυστάζει η σκοπιά
και το στρατόπεδο φόρεσε την κουρελιασμένη χλαίνη
της ομίχλης.
Μας ήρθε μ’ ένα χαμόγελο και μια τραμβαγέρικη πατατούκα.
Του κάναμε τόπο
άπλωσε μια λινάτσα, την έστρωσε καλά καλά
και μας κοίταξε.
Φυσούσε ένας αγέρας δυνατός απ’ το Νοτιά
και το μούτρο του ήταν βλογιοκομένο σαν ψιχαλισμένος δρόμος.
Ύστερα βράδιασε και βγάζοντας τα χέρια από τις τσέπες
μας έδωσε κάτι φτηνές μέντες
πασαλειμένες χνούδια και καπνό.
Τον πήραν νύχτα ξαφνικά και τον σκοτώσαν στο προαύλιο
η πατατούκα του πεταμένη πάνω στο χώμα
μα δάγκωνε σφιχτά στα δόντια το χαμόγελό του
μη του το πάρουν.
Μη με λες λοιπόν σύντροφο
έχω ένα σταχτί ουρανό μέσα μου
κρύβω στην τσέπη μου ένα όνειρο κουρελιασμένο
σφίγγω στα χέρια τ’ άγνωστο όνομά μου
σαν το παιδάκι που αγκαλιάζει ένα ξύλινο πόδι
ακουμπισμένο σε μια γωνιά.
Μη με λες λοιπόν σύντροφο.
Την ώρα που οι συντρόφοι μας πεθαίνουνε τραγουδώντας
την ώρα που εσύ ακονίζεις στο μίσος τη σκληρή σου παλάμη
εγώ σε προδίνω
καθώς μέσα στη νύχτα κρυώνω και φοβάμαι τη λησμονιά.
Το ξέρω, ένας σύντροφος πρέπει να ζήσει μιαν άλλη ζωή
και να πεθάνει απλά
όπως κανείς τραβάει την κουβέρτα ως τα μάτια του
κι αποκοιμιέται.
Μα όταν εγώ κι αυτούς εδώ τους στίχους τους γράφω
μήπως μιλήσουν για μένα – όχι, μη με λες σύντροφο.
Είμαι ένα τσαλακωμένο χαρτί που κόλλησε στην αρβύλα σου
καθώς
προχωράς.
Η ασετυλίνη που σφυρίζει στη γωνιά
ένα σπασμένο παράθυρο φιμωμένο με σκοτάδι.
Η σκεπή του μαγειρείου μπάζει νερά.
Βουίζει μες στις χαραμάδες ο άνεμος.
– Θωμά, πάρε τσιγάρο
και μη σκαλίζεις τα δόντια σου, Θωμά.
Μάταια ψάχνεις για ένα τριματάκι
απ’ το παλιό παιδικό χριστόψωμο.
Βουίζουνε τα φλόγιστρα του πετρελαίου. Ο Θωμάς
σφίγγει στα γόνατά του μια πατάτα
και καθαρίζει ήσυχα ήσυχα. Τ’ άλλο του χέρι είναι κομένο.
Κοιτάμε με την άκρη του ματιού το σκοπό που μπαίνει
μ’ ένα φύσημα παγωμένου αέρα. Το σαγώνι του
θα τρέμει πίσω απ’ το χακί κασκόλ.
Σηκώνεις το γιακά της χλαίνης σου. Χιονίζει.
Μια πλάκα φωνογράφου στο Διοικητήριο. Πιο μακριά
η σιωπή. Καλή νύχτα, καλά Χριστούγεννα.
Συλλογιέσαι τ’ άστρα πίσω απ’ την καταχνιά
σκέφτεσαι πως αύριο μπορεί να σε σκοτώσουν.
Μα απόψε αυτή η φωνή είναι μια τσέπη μάλλινη
χώσε τα χέρια σου.
– Καληνύχτα, Θωμά, καλά Χριστούγεννα.
Κ’ η καρδιά σου φωτίζεται σαν χριστουγεννιάτικο τζάμι.
Μακρόνησος 1950
ΓΙΩΡΓΟΣ ΘΕΜΕΛΗΣ, “Η ΦΑΤΝΗ” (1961)
Μέσα μας γίνεται η Γέννηση.
Έξω στέκει το σχήμα της –
Μας φανερώνεται.
Εδώ που στήσαμε τη φάτνη,
Εδώ που κρεμάσανε το άστρο,
Είναι σα μια μεγάλη πέτρα –
Πέτρα υψηλή, μετέωρη.
Ένα πυκνό σημείο αιωνιότητας.
Το Βρέφος, ο Ιωσήφ και η Μαρία,
Τ’ αγαθά ζώα. Οι Άγγελοι
Σταματημένοι σε μια πτήση
Ψηλά, στη σιωπή, παίζοντας όργανα.
Άρπα, κορνέτα, βιολί και φυσαρμόνικα.
Ακίνητοι σαν από πορσελάνη,
Με σιωπή απόλυτη, μουσική.
(Η Νύχτα απλώνεται σαν την ηχώ
Αυτής της μουσικής, της σιωπής,
Της μουσικής των Αγγέλων μέσα μας, έξω μας).
Αν στέκουν εδώ, πετούν εκεί,
Στον άλλο χώρο∙ αντλούν
Αίμα σκληρό απ’ το αίμα μας,
Αγάπη απ’ την αγάπη μας.
Παίρνουν τα όνειρά μας και τα ψηλώνουν.
Η Μάνα στέκει κοντά τους ακίνητη,
Σαν από πορσελάνη, αγγίζει τα εύθραυστα πόδια τους.
Βλέπει το αόρατο στο μαγικό καθρέφτη του ορατού.
Τι τώρα, τι πάντα.
Ω καθαρότατη ψυχή,
Άμωμη, αμόλυντη, ανυπόκριτη.
Ο χρόνος ανοίγει σαν το φεγγίτη που μας φωτίζει.
Τα παίρνουμε και τα πλαγιάζουμε
Μέσα σ’ ένα κουτί να κοιμηθούν
Πάνω σε χάρτινο άχυρο να μη ραγίσουν.
ΤΑΚΗΣ ΠΑΠΑΤΣΩΝΗΣ, “ΤΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΤΩΝ ΔΑΚΡΥΩΝ” (1962)
Πήρεν η Σίβυλλα φωτιά,
μου προείπε τί μου είναι γραφτά.
Μαυρίλα πόπεφτε απ’ τα ύψη
άπλωσε γύρω γύρω θλίψη.
Χαρούμενον, με κύκλωνε όμως
ο μεταφυσικός ο τρόμος,
και λίγο λίγο, λίγο λίγο,
ευρύτατο ένα χάος ξανοίγω,
που ούτε να βλέπω ή να θυμούμαι
ή να ονειρεύομαι ως κοιμούμαι
δεν θέλω πλέον, τόσο μου δίδει
φαρμάκι το ανοιχτίρμον φίδι
του Μέλλοντος, που μαρτυριέται
στο σκότος, που ως αστράφτει σβηέται.
«Μάταια χαράς ζητάς πηγάδι,
όαση μικρή σε άπειρον Άδη
που περιφέρνεσαι, Άδη αμμώδη,
που κάθε βήμα και το πόδι
βουλιάζει πιότερο ώς το γόνα
φέρνοντας κούρασες γι’ αρρεβώνα
του Μέλλοντος που σ’ απαντέχει,
όταν το σώμα δεν αντέχει.
Λίγης βροχής η οπτασία,
δυο τρεις σταγόνες ευλογία,
καινούργιο Βάφτισμα θα σου ήτο,
ελπίδες χίλιες θα σου διηγείτο.
Αλλ’ ενού Ήλιου η περιφορά,
διαρκής, ξεραίνει τη χαρά».
Τί κι’ αν το Βρέφος εγεννήθη
απόψε, ο Θεός μέσα στα πλήθη,
κι’ ο ουρανός αναγαλλιάζει
με μελωδίες αγγελικές·
της Βηθλεέμ τί κι’ αν γιορτάζει
μιαν ερημιά με τ’ άλογά της,
τις στάνες, τα βόδια, τ’ αρνιά της
και τις ποιμενικές χαρές;
Για μένα στήθηκε προχείρως
“Τόπος Κρανίου”. Ένας γύρος
σταυροί με ζώσανε, να εκλέξω
τον πιο αλαφρό και νάβγω έξω,
να με κρεμάσουν Ιουδαίες
άνομες, οι Έγνοιες φρικαλέες.
Πήρεν η Σίβυλλα φωτιά,
μου προείπε τί μου είναι γραφτά.
Μου προείπε πώς θα με δροσίσει
μονάχα των δακρύων η βρύση:
στη μοναξιά θαρθούν, θα τρέχουν,
το πρόσωπο να περιβρέχουν
με την παθητικιά λαχτάρα
της Αγάπης. Με τη λαχτάρα
τη μητρική που φλέγει τη όλη
η συγκλόνιση, η πολλή συμπόνια
και δείχνει ολόανθο το περβόλι
της παρηγόριας, με πλεγμένα κλώνια
ελπίδας, πίστης και λατρείας,
τους τρεις κισσούς μονώσεως αιωνίας.
Μου είπεν η Σίβυλλα, «Συλλογίσου
το ποτάμι που ρέει του Παραδείσου
με φλοίσβο εωθινό. Σκέψου το αηδόνι,
να κελαηδά παθητικά τη μόνη
γοητεία, πρωί πρωί, που δίνει
η Αυγή με τη σιγή και τη γαλήνη.
Το Φεγγάρι, που χλωμαίνει, που χλωμαίνει,
αλλά, με όλον τον Ήλιο, παραμένει
και φαίνεται σαν νέφος. Το αεράκι,
που σκορπίζει της αχλύος τα ράκη.
Το ποταμόπλοιο τέλος με τριπλοανοιχτά
τα ολόλευκα λαμπρά πανιά,
που, σιγανό αλλ’ ασφαλές, δεν παύει
να πλέει προς σένα, να σε παραλάβει».
ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ ΒΡΕΤΤΑΚΟΣ, “ΤΟ ΠΑΙΔΙ ΜΕ ΤΗ ΣΑΛΠΙΓΓΑ” (1969)
Αν μπορούσες να ακουστείςθα σου έδινα την ψυχή μου
να την πας ως την άκρη του κόσμου.
να την κάνεις περιπατητικό αστέρι ή ξύλα
αναμμένα για τα Χριστούγγενα – στο τζάκι του Νέγρου
ή του Έλληνα χωρικού. Να την κάνεις ανθισμένη μηλιά
στα παράθυρα των φυλακισμένων. Εγώ
μπορεί να μην υπάρχω ως αύριο.
Αν μπορούσες να ακουστείς
θα σου έδινα την ψυχή μου
να την κάνεις τις νύχτες
ορατές νότες, έγχρωμες,
στον αέρα του κόσμου.
Να την κάνεις αγάπη.
ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ, “Ο ΗΛΙΟΣ Ο ΗΛΙΑΤΟΡΑΣ” (1971)(αποσπασμα)
Πολλά δε θέλει ο άνθρωποςνα ‘ν’ ήμερος να ‘ναι άκακος
λίγο φαΐ λίγο κρασί
Χριστούγεννα κι Ανάσταση
κι όπου φωλιάσει και σταθεί
κανείς να μην του φτάνει εκεί
Μα ‘ρθαν αλλιώς τα πράματα
τονε ξυπνάν χαράματα
τον παν τον φέρνουν πίσω μπρος
του τρώνε και το λίγο βίος
κι από το στόμα την μπουκιά
πάνω στην ώρα τη γλυκιά
του τηνε παίρνουνε κι αυτή
Χαρά στους που ‘ναι οι Δυνατοί!
ΚΩΣΤΑΣ ΜΟΝΤΗΣ, “ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΕΣ ΚΑΡΤΕΣ” (απο τη συλλογη “Και τοτ᾽ εν ειναλιη Κυπρω, 1974)
Και πάλι λες δεν είναι δυνατόόλες αυτές οι ευχές να ψεύδονται
και πάλι λες δεν είναι δυνατή
τέτοια πανταχόθεν σύμπτωση,
δεν είναι δυνατή τέτοια πανταχόθεν συμπαιγνία.
ΤΑΣΟΣ ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ, “Η ΓΕΝΝΗΣΗ” (1983)
ΜΙΧΑΛΗΣ ΓΚΑΝΑΣ, “ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ” (1989)
και καθαρίζει τ’ όπλο του δίπλα στο τζάκι.
Κανείς δε θά ’ρθει και το ξέρει,
κλείσαν οι δρόμοι από το χιόνι, σαν πέρυσι,
σαν πρόπερσι, Χριστούγεννα και πάλι
και τα ποτά κρυώνουν στο ντουλάπι.
Το τσίπουρο στυφό, το ούζο γάλα
και το κρασί ραγίζει τα μπουκάλια.
Εκείνη τρία χρόνια πεθαμένη.
Κάθεται μόνος του δίπλα στο τζάκι,
δεν πίνει, δεν καπνίζει, δε μιλάει.
Στην τηλεόραση χιονίζει,
το στρώνει αργά στο πάτωμα και στο τραπέζι
και στις παλιές φωτογραφίες,
γνώριμα μάτια των νεκρών,
που τον κοιτάζουν απ’ το μέλλον.
Εκείνη τρία χρόνια πεθαμένη
και μόνο το δικό της βλέμμα
έρχεται από τα περασμένα.
Κοντεύουνε μεσάνυχτα
και καθαρίζει τ’ όπλο του απ’ το πρωί.
Πώς να του πω «Καλά Χριστούγεννα»,
ευχές δε φθάνουν ως εδώ,
δρόμοι κλεισμένοι, τηλέφωνα κομμένα,
η σκέψη αρπάζεται απ’ το κλαδί της μνήμης,
μα να τρυπώσει δεν μπορεί στη μοναξιά του.
Μια μοναξιά που χτίστηκε σιγά σιγά
μ’ όλα τα υλικά και δίχως λόγια.
Κοντεύουνε ξημερώματα κι ακόμη
γυαλίζει τ’ όπλο του δίπλα στο τζάκι
με αργές κινήσεις σα να το χαϊδεύει.
Μένει στα δάχτυλα το λάδι
αλλά το χάδι χάνεται.
Θυμάται κυνηγετικές σκηνές
με αγριογούρουνα και χιόνια ματωμένα,
πριν γίνει θήραμα κι ο ίδιος
στην μπούκα ενός κρυμμένου κυνηγού,
που τον παραμονεύει αθέατος
αφήνοντας να τον προδίδουν κάθε τόσο
πότε μια λάμψη κάνης,
πότε μια κίνηση στις κουμαριές
κι η μυρωδιά απ’ το βαρύ καπνό του.
Ξέρει καλά ότι κρατάει
μακρύκανο παλιό μπροστογεμές
γεμάτο σκάγια και μπαρούτι μαύρο.
Όταν αποφασίσει να του ρίξει
δε θα προλάβει πάλι να τον δει
πίσω απ’ το σύννεφο της ντουφεκιάς του.
και δεν τον τιμωρώ εγώ μ’ αυτές τις σκέψεις,
πώς να πλαγιάσει και να κοιμηθεί.
Λέω να γίνω πατέρας του πατέρα μου,
ένας πατέρας που του έτυχε
σιωπηλό και δύστροπο παιδί,
και να του πω μια ιστορία
για να τον πάρει ο ύπνος.
Ύπνε που παίρνεις τα παιδιά πάρε και τον πατέρα…
Ύπνε που παίρνεις τα παιδιά
πάρε και τον πατέρα· απ’ τις μασχάλες πιάσ’ τονε
σα νά ’ταν λαβωμένος. Όπου πηγαίνεις τα παιδιά
εκεί περπάτησέ τον, με το βαρύ αμπέχωνο
στις πλάτες του ν’ αχνίζει.
Δώσ’ του κι ένα καλό σκυλί
και τους παλιούς του φίλους, και ρίξε χιόνι ύστερα
άσπρο σαν κάθε χρόνο. Να βγαίνει η μάνα να κοιτά
από το παραθύρι, την έγνοια της να βλέπουμε
στα γαλανά της μάτια, κι όλοι να της το κρύβουμε
πως είναι πεθαμένη.
Ύπνε που παίρνεις τα παιδιά
πάρε κι εμάς μαζί σου, με τους ανήλικους γονείς,
παιδάκια των παιδιών μας. Σε στρωματσάδα ρίξε μας
μια νύχτα του χειμώνα, πίσω απ’ τα ματοτσίνορα
ν’ ακούμε τους μεγάλους, να βήχουν, να σωπαίνουνε,
να βλαστημούν το χιόνι. Κι εμείς να τους λυπόμαστε
που γίνανε μεγάλοι και να βιαζόμαστε πολύ
να μοιάσουμε σ’ εκείνους, να δούν πως μεγαλώσαμε
να παρηγορηθούνε.
ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΙΔΗΣ,
“Ο ΓΗΡΑΙΟΤΕΡΟΣ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΜΑΓΩΝ”
Τώρα που είναι τα λιβάδια σκεπασμέναπρόσχαρους ήλιους και τα λούλουδα είν᾽ ολάνθιστα
με τρυφερά πουλιά, ελάτε οι μέρες του Μαγιού
να προσκυνήσουμε απάνω στ᾽ άλογά μας
το νιόβλαστο Σωτήρα. Μην τη φοβηθούμε,
λέω την Αγάπη, μόλο που τα δώρα της
θωρώ αφημένα στο σανό. Άλλωστε, Κύριε,
στης αδειανής ψυχής μας την κασέλα
ελάχιστος πια πόνος απομένει.
Και ξέρεις που εγώ, σαν ο πιο γέρος
από τους τρεις εκείνους του παραμυθιού,
φόρεσα τα καλά μου και τη σμύρνα μου
για τ᾽ άχραντο ποδάρι σου. Και ξέρεις που εγώ,
ντυμένος αυτοκράτορας Μανουήλ,
κατέβηκα από τ᾽ άλογο.
Κύριε, σώσε
το βασιλέα σου και δώσ᾽ μου τα καλύτερα
του κόσμου κυνηγάρικα σκυλιά.
ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΙΔΗΣ,
“ΕΦΥΜΝΙΟΝ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ ΤΟΥ 1914”
Τη μέρα που οι νεκροί παίξαν ποδόσφαιροανέστη ο Κύριος. Κόκκος σταριού στη σέντρα του αυταπόδεικτου.Των αντιμάχω οι αγκωνιές αρμόζοντανπρος του φωτός τις θημωνιές π᾽ ανέκρουαν“ανέστη ο Κύριος”. Οι στρατιώτες του δέκατου τέταρτουχρόνου του αιώνος μπήκαν στο αγώναμε ξέφρενα χτυπήματα ευφροσύνηςγιατί – κακά τα ψέματα – όλοι λέγαν“ανέστη ο Κύριος”. Σε σπήλαιο σκοτεινότερο κι από τον ήλιογεμάτο με φτερά βοδιού και μουλαριούτα σύμπαντα ξεχύνονταν σ᾽ ένα ποτήρι,τις βέρες ανταλλάζαν κεραυνοί,“Χριστός γεννάται”, ανέκραζαν, “ανέστη ο Κύριος”. Μόνο που ήρθαν ξάφνω οι στρατηγοίτων δυο πλευρών και πιάσαν τις φωτογραφίεςεπ᾽ αυτοφώρω και τσακίσαν τα κουμπιάτων δυο στρατών κι αφήσανε τον Κύριοπ᾽ ανέστη απαρηγόρητο σε τάφο. antonispetrides.wordpress.comΠρωτότυπες και εύκολες χριστουγεννιάτικες χειροτεχνίες για γονείς και παιδιά.
Γράφτηκε από Super UserΕορτάζουμε την 28η Οκτωβρίου 1940, αντλώντας από το μεγαλείο του Ελληνικού παρελθόντος, δύναμη για το παρόν και έμπνευση για το μέλλον.
Ανακοινωθέντα και διαγγέλματα. (1940)
Το ΟΧΙ με την πένα του Γ.Α. Βλάχου. (Εφημερίδα "Καθημερινή", 29 Οκτ. και 4 Νοεμ. 1940.)
Οι πρώτες κρίσιμες ημέρες του πολέμου: Οι δυνάμεις των αντιπάλων και οι πρωταγωνιστές.
Το Έπος του Καλπακίου και της Πίνδου. [MS-Word format] (Αλ. Ζαούσης, "Οι δύο
όχθες: 1939-1945", Παπαζήσης, 1987.)
Οι πρώτοι νεκροί του πολέμου [447 Κ]. (Εφημερίδα "Καθημερινή", Οκτ.-Νοε. 1999.)
Κ. Κουκκίδης· ο ήρωας φρουρός της Σημαίας στην Ακρόπολη. (Ι. Γιαννόπουλος, "Η Μυστική Ακρόπολη", Έσοπτρον, 2001.) (Βλ. επίσης επιστολή στην εφημερίδα "Τα Νέα", 2 Απρ. 1998.)
"Ο Φάκελλος της Ελλάδος: Τι έκανε η Ελλάς και τι δεν κάναν οι άλλοι". (Λ. Πηνιάτογλου, Εκδόσεις "Ελληνικού Αίματος", Σεπτ.1944.)
Πώς η "Μαρίτα" έπληξε τον "Μπαρμπαρόσα". (Γ. Θεοφάνους, Περιοδικό "Ιστορία Εικονογραφημένη", Μάιος 1999 & Ιούν. 2000.)
Τι είπαν οι ξένοι για την Ελλάδα.
Φωτογραφίες και ντοκουμέντα από το Έπος του '40.
Βρετανικές εικόνες και γελοιογραφίες για την Ελλάδα του OXI.
Οι πίνακες του Αλ. Αλεξανδράκη για τον πόλεμο του '40.
Πατριωτικά τραγούδια. [MP3 audio]
Σύντομο ιστορικό της Ελληνικής Εποποιίας του 1940 [Ελληνικό κείμενο (MS-Word)] [Αγγλικό κείμενο (MS-Word)]. (Του Υποναυάρχου ε.α. Σωτ. Γεωργιάδη.)
Άλλες σελίδες για το ΟΧΙ:
Το Έπος του '40. (Ανχης (ΤΘ) Ιωάννης Γεωργούσης, Περιοδικό "Στρατιωτική Επιθεώρηση", Σεπτ.-Οκτ. 1997.)
28 October 1940 - The Greeks faught like heroes. (nostos.com, 2000.)
Η Μάχη της Πίνδου. (Αντγος ε.α. Νικόλαος Kολόμβας, Περιοδικό "Στρατιωτική Επιθεώρηση", Σεπτ.-Οκτ. 1998.)
Η εποποιία του Πολεμικού Ναυτικού. Οι πρωταγωνιστές του πολέμου. (Ένωση Αποστράτων Αξιωματικών Ναυτικού.)
Άσμα ηρωικό και πένθιμο για τον χαμένο Ανθυπολοχαγό της Αλβανίας. (Οδυσσέας Ελύτης.)
Ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος και το Έπος του 1940. (Βλάσης Βλασίδης.)
Το ΟΧΙ και οι Έλληνες Πρόσκοποι.
Ο Φάκελλος της Ελλάδος:
Τι έκανε η Ελλάς και τι δεν κάναν οι άλλοι
(Λ. Πηνιάτογλου, 29ο τεύχος της σειράς Ε.Ε.Α. (Εκδόσεις "Ελληνικού Αίματος"), Σεπτέμβριος 1944 )
Ο αρθρογράφος, ενόψει του τέλους του πολέμου, παρουσιάζει ένα σχηματικό προσχέδιο του "φακέλλου της Ελλάδος", αντιπαραθέτοντας σε δύο στήλες, σημείο προς σημείο, "τι έκανε η Ελλάς και τι δεν κάνα